Ὁ Ἅγιος Τρύφων ὁ Μάρτυρας
|
|
||||||||||||||
Ὁ Ἅγιος Τρύφων καταγόταν ἀπὸ τὴ Λάμψακο τῆς ἐπαρχίας Φρυγίας καὶ ἔζησε στὰ χρόνια τῶν αὐτοκρατόρων Γορδιανοῦ Γ’ (238 – 244 μ.Χ.), Φιλίππου (244 – 249 μ.Χ.) καὶ Δεκίου (249 – 251 μ.Χ.). Προερχόταν ἀπὸ πτωχὴ οἰκογένεια καὶ στὴν παιδική του ἡλικία, ἔβοσκε χῆνες γιὰ νὰ ζήσει. Συγχρόνως ὅμως μελετοῦσε μὲ ζῆλο τὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ ἦταν πολὺ φιλακόλουθος. Ἔτσι, σιγὰ – σιγὰ ὁ Ἅγιος, μὲ τὴν εὐσεβὴ φιλομάθειά του, κατόρθωσε ὄχι μόνο νὰ διδαχθεῖ ὁ ἴδιος, ἀλλὰ καὶ νὰ διδάσκει τὶς αἰώνιες ἀλήθειες τῆς πίστεώς μας. Γρήγορα ἡ εὐσεβὴς ψυχή του δέχθηκε τὴν χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ ὁ Θεὸς τὸν ἀξίωσε νὰ θαυματουργεῖ. Ὅμως ὁ Ἅγιος θεράπευε ὄχι μόνο κάθε ἀσθένεια ἀλλὰ καὶ ἐλευθέρωνε τὶς μολυσμένες ἀπὸ τὰ δαιμόνια ψυχές. |
Οἱ Ἅγιοι Κύρος καὶ Ἰωάννης οἱ Θαυματουργοί Ἀνάργυροι καὶ οἱ σὺν αὐτοῖς Ἀθανασία, Θεοδότη, Θεοκτίστη καὶ Εὐδοξία οἱ Μάρτυρες
|
|
||||||||||||||
Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Κύρος καὶ Ἰωάννης ἄθλησαν κατὰ τὴν ἐποχὴ τοῦ αὐτοκράτορα Διοκλητιανοῦ (284 – 305 μ.Χ.). Ὁ Ἅγιος Κύρος καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἀλεξάνδρεια, ἐνῶ ὁ Ἅγιος Ἰωάννης καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἔδεσσα τῆς Μεσοποταμίας. Ὅταν ξέσπασε ὁ διωγμὸς τοῦ Διοκλητιανοῦ, ὁ Ἅγιος Κύρος πῆγε σὲ ἕνα παραθαλάσσιο τόπο τῆς Ἀραβίας καί, ἀφοῦ περιεβλήθηκε τὸ μοναχικὸ σχῆμα, κατοίκησε στὸν τόπο αὐτό. Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης πῆγε στὰ Ἱεροσόλυμα καὶ ἐκεῖ ἄκουσε γιὰ τὰ θαύματα ποὺ ἐπιτελοῦσε ὁ Ἅγιος Κύρος. Στὴν συνέχεια μετέβη στὴν Ἀλεξάνδρεια. Ἀπὸ ἐκεῖ, ἀφοῦ ἀπὸ διάφορες φῆμες ἔμαθε ποῦ διέμενε ὁ Ἅγιος Κύρος, πῆγε καὶ τὸν βρῆκε καὶ ἔμεινε μαζί του. Τὰ θαύματα τῶν Ἁγίων Ἀναργύρων συνέγραψε ὁ Ἅγιος Σωφρόνιος, Πατριάρχης Ἱεροσολύμων († 11 Μαρτίου), διότι οἱ Ἅγιοι θεράπευσαν τὰ μάτια του. |
ΤΑ ΣΧΟΛΕΙΑ ΤΗΣ ΒΟΛΙΣΣΟΥ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΤΡΕΙΣ ΙΕΡΑΡΧΕΣ
ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ
Με την καθιερωμένη μεταφορά της εικόνας των Τριών Ιεραρχών από το σχολείο στην κεντρική εκκλησία, αλλά και με Αρχιερατική θεία λειτουργία στο μέσο του Ναού, τα 3 σχολεία της Βολισσού (Γυμνάσιο με Λυκειακές Τάξεις «Μιχ. Παπαμαύρος», Δημοτικό Σχολείο και Νηπιαγωγείο) θα τιμήσουν και φέτος τους Αγίους προστάτες της παιδείας.
Δέκα χρόνια μετά την αναβίωσή του (2014) το έθιμο μεταφοράς της εικόνας θα τηρηθεί και φέτος κανονικά. Σύμφωνα με το πρόγραμμα, η εικόνα θα μεταφερθεί με πομπή την Δευτέρα 29 Ιανουαρίου στις 12.30 το μεσημέρι. Θα ακολουθήσει Εσπερινός στον Ι. Ναό Μεταμορφώσεως Σωτήρος Χριστού.
Την Τρίτη 30 Ιανουαρίου θα τελεστεί στην ίδια εκκλησία Αρχιερατική Θεία Λειτουργία με αρτοκλασία, προεξάρχοντος του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτη Χίου, Ψαρών και Οινουσσών κ.κ. ΜΑΡΚΟΥ. Η λειτουργία θα τελεστεί στο μέσο του Ναού. Θα ακολουθήσει μνημόσυνο για την ανάπαυση των ψυχών όλων των κεκοιμημένων εκπαιδευτικών, μαθητών, εργαζομένων, δωρητών και ευεργετών του σχολείου.
ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΜΕ ΛΥΚΕΙΑΚΕΣ ΤΑΞΕΙΣ
ΒΟΛΙΣΣΟΥ «ΜΙΧ. ΠΑΠΑΜΑΥΡΟΣ»
ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΒΟΛΙΣΣΟΥ
ΝΗΠΙΑΓΩΓΕΙΟ ΒΟΛΙΣΣΟΥ
Ἀνακομιδὴ Τιμίων Λειψάνων Ἁγίου Ἱερομάρτυρος Ἰγνατίου τοῦ Θεοφόρου
|
|
||||||||||||||
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Ἰγνάτιος (†
20 Δεκεμβρίου) ἦταν διάδοχος τῶν Ἀποστόλων καὶ χρημάτισε δεύτερος
Ἐπίσκοπος Ἀντιοχείας. Ὑπῆρξε, μαζὶ μὲ τὸν Ἐπίσκοπο τῆς Ἐκκλησίας τῆς
Σμύρνης Πολύκαρπο, μαθητὴς τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου.
Μαρτύρησε ἐπὶ αὐτοκράτορα Τραϊανοῦ (98 – 117 μ.Χ.) στὴ Ρώμη,
κατασπαραχθεὶς ἀπὸ τὰ θηρία. |
Ὁ Ὅσιος Ἐφραὶμ ὁ Σύρος
|
|
||||||||||||||
Ὁ Ὅσιος Ἐφραὶμ καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἀνατολὴ καὶ γεννήθηκε στὴν πόλη Νίσιβη τῆς Μεσοποταμίας πιθανῶς τὸ 308 μ.Χ. ἢ καὶ ἐνωρίτερα. Ἤκμασε ἐπὶ Μεγάλου Κωνσταντίνου (324 – 337 μ.Χ.), Ἰουλιανοῦ του Παραβάτου (361 – 363 μ.Χ.) καὶ τῶν διαδόχων αὐτοῦ. Ἀπὸ τὴν μικρή του ἡλικία διδάχθηκε τὴν πίστη καὶ τὴν ἀρετὴ ἀπὸ τὸν Ἐπίσκοπο τῆς γενέτειράς του Ἰάκωβο (309 – 364 μ.Χ.), ὁ ὁποῖος καὶ τὸν χειροτόνησε διάκονο, ἀλλὰ ὁ Ὅσιος ἀρνήθηκε νὰ λάβει μεγαλύτερο ἀξίωμα. Ἀκολούθησε πολὺ νωρὶς τὸν μοναχικὸ βίο καὶ μὲ τὸ φωτισμὸ τοῦ Παρακλήτου ἔγραψε πάρα πολλὰ συγγράμματα πνευματικῆς καὶ ἠθικῆς οἰκοδομῆς. Γι’ αὐτὸ καὶ θαυμάζεται γιὰ τὸ πλῆθος καὶ τὸ κάλλος τῶν ἔργων του. Γνώστης ἀκριβὴς ὅλων τῶν δογματικῶν θεμάτων, ἤξερε νὰ καταπολεμᾶ τὶς αἱρέσεις καὶ νὰ ὑπερασπίζει μὲ θαυμάσια σαφήνεια τὴν Ὀρθοδοξία. Ἦταν ἐκεῖνος ποὺ κατατρόπωσε σὲ διάλογο τὸν αἱρετικὸ Ἀπολλινάριο καὶ ὁδήγησε πολλοὺς αἱρετικοὺς νὰ ἐπιστρέψουν στὴν πατρώα εὐσέβεια. |
Ἡ Ἁγία Ξένη
|
|
||||||||||||||
Ἡ Ἁγία Ξένη καταγόταν ἀπὸ τὴ Ρώμη καὶ ἀπὸ γενιὰ τιμημένη καὶ εὔπορη. Οἱ γονεῖς της ἐπιθυμοῦσαν νὰ τὴν νυμφεύσουν. Ἐνῶ ὅμως εἶχαν τὰ πάντα ἑτοιμασθεῖ γιὰ τὸν γάμο, ἐκείνη ἐγκατέλειψε τὴ νυφικὴ παστάδα, παίρνοντας μαζί της καὶ δύο πιστές της θεραπαινίδες καὶ διὰ θαλάσσης ἔφθασε στὴν πόλη τῶν Μυλασῶν. Στὰ Μύλασα μᾶλλον πῆγε καὶ ἐγκαταστάθηκε, ὕστερα ἀπὸ συμβουλὴ τοῦ μακαρίου μοναχοῦ Παύλου, ὁ ὁποῖος ἐμφανίστηκε στὴν Ὁσία μετὰ ἀπὸ θεῖο φωτισμό, ὅταν ἐκείνη πέρασε ἀπὸ τὴν Ἀλεξάνδρεια καὶ ἔγινε ὁ πνευματικός της καθοδηγητής. |
Οἱ Ἅγιοι Κλήμης καὶ Ἀγαθάγγελος οἱ Μάρτυρες
|
|
||||||||||||||
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυρας Κλήμης καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἄγκυρα, ἀπὸ πατέρα Ἐθνικὸ καὶ μητέρα Χριστιανή, ποὺ ὀνομαζόταν Εὐφροσύνη. Σὲ ἡλικία δώδεκα ἐτῶν ἐκάρη μοναχὸς καὶ σὲ ἡλικία εἴκοσι ἐτῶν χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος Ἀγκύρας. Ὁ μακάριος Ἱερομάρτυρας γνώρισε σὲ ὅλη του σχεδὸν τὴ ζωὴ τὸ μαρτύριο. Ὑπέστη παντοειδεῖς καὶ φρικώδεις βασάνους ἐπὶ αὐτοκράτορα Διοκλητιανοῦ (284 – 305 μ.Χ.) καὶ αὐτοκράτορα Μαξιμιανοῦ (285 – 305 μ.Χ.). Πράγματι, ὁ ἀγώνας του πρὸς τοὺς τυράννους κράτησε ἐπὶ εἴκοσι ὀκτὼ ὁλόκληρα χρόνια, χωρὶς νὰ διακόπτεται. Στὴ φυλακὴ τῆς Ρώμης τὸν κρέμασαν σὲ ἕνα ξύλο καὶ τοῦ ξέσκισαν τὸ σῶμα μὲ σιδερένια νύχια, τὸν κτύπησαν μὲ πέτρες, τὸν ἔδεσαν σὲ τροχὸ ποὺ γυρίζοντας τοῦ συνέτριψε τὸ σῶμα, τοῦ συνέτριψαν τὰ σαγόνια καὶ τοῦ ἔβγαλαν τὰ δόντια. Ἔτσι λοιπόν, ὁ Ἱερομάρτυς Κλήμης, ἀφοῦ γνώρισε κάθε μορφὴ μαρτυρίου, ἀφοῦ ἔλεγξε μὲ τοὺς λόγους του καὶ τὸ ἅγιο παράδειγμά του τοὺς δυσεβεῖς καὶ ἀφοῦ μὲ τὴν ὑπομονὴ καὶ καρτερία του κατέπληξε καὶ αὐτοὺς τοὺς Ἀγγέλους, ἔλαβε τὸ στέφανο τῆς οὐράνιας δόξας. |
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΙΣ ΕΚ ΤΟΥ Ι. ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΙΚΟΥ ΝΑΟΥ ΧΙΟΥ
Ἀπό τόν Ἱερό Μητροπολιτικό Ναό Χίου, τῶν Ἁγίων Μηνᾶ, Βίκτωρος καί Βικεντίου, ἀνακοινώνεται, ὃτι ὅλες οἱ ἱερές ἀκολουθίες τῶν καθημερινῶν ἡμερῶν τῆς ἑβδομάδος θά τελοῦνται, στό Ἱερό Παρεκκλήσιο τῆς Μεταμορφώσεως Χριστοῦ, τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Χίου, ἐκτός τῶν ἀκολουθιῶν τοῦ Ὂρθρου καί τῆς Θ. Λειτουργίας τῆς Κυριακῆς, ὡς και τῆς ἀκολουθίας τοῦ ἑσπερινοῦ κάθε Τετάρτη, μετά τοῦ Θείου Κηρύγματος τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου μας, πού θά γίνονται στόν Ἱ.Μητροπολιτικό Ναό.
Γιά κάθε τυχόν τροποποίηση, θά ἐκδοθῆ νεώτερη ἀνακοίνωση.
Ἐκ τοῦ Ἱεροῦ
Μητροπολιτικοῦ Ναοῦ Χίου
Ὁ Ὅσιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής
|
|
||||||||||||||
Ὁ Ὅσιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητὴς καταγόταν ἀπὸ ἐπιφανὴ οἰκογένεια καὶ γεννήθηκε στὴν Κωνσταντινούπολη τὸ ἔτος 580 μ.Χ. Ἔλαβε τὴ συνήθη ἐγκυκλοπαιδικὴ μόρφωση καὶ ἐπιδόθηκε ἰδιαίτερα στὴ σπουδὴ τῆς φιλοσοφίας. Ὑπὸ τοῦ αὐτοκράτορος Ἡρακλείου (610 – 641 μ.Χ.) προσελήφθη ὡς ἀρχιγραμματεὺς αὐτοῦ. Παρέμεινε στὴ θέση αὐτὴ γιὰ λίγα μόνο χρόνια, ἀλλὰ διατήρησε τὶς σχέσεις του καὶ ἀλληλογραφία μὲ πρόσωπα τοῦ δημόσιου βίου. Ἀφοῦ παραιτήθηκε, τὸ 614 μ.Χ., ἀπὸ τὸ ἀξίωμα τοῦ ἀρχιγραμματέως, ἐγκατέλειψε τὸν κόσμο καὶ ἀκολούθησε τὸν μοναχικὸ βίο. Ἀσκήτεψε σὲ μονὴ τῆς Χρυσουπόλεως, ποὺ βρισκόταν ἔναντι τῆς Κωνσταντινουπόλεως καὶ διετέλεσε ἡγούμενος αὐτῆς. Ἐκεῖ ἀπέκτησε ὡς μαθητὴ τὸν Ἀναστάσιο, ὁ ὁποῖος τὸν ἀκολούθησε σὲ ὅλη του τὴ ζωή. |
Ὁ Ἅγιος Ἀθανάσιος ὁ Μέγας
|
|
||||||||||||||
Ὁ Μέγας Ἀθανάσιος γεννήθηκε κατὰ τὸ ἔτος 295 μ.Χ. στὴν Ἀλεξάνδρεια ἀπὸ Χριστιανοὺς γονεῖς. Ἔτυχε ἐπιμελημένης ἐκπαιδεύσεως φιλοσοφικῆς καὶ θεολογικῆς. Κατὰ τὴ νεανική του ἡλικία συνδέθηκε μὲ τὸν Μέγα Ἀντώνιο καὶ ἀσκήτευσε μαζί του στὴν ἔρημο. Στὴν ἀρχὴ χειροθετήθηκε ἀναγνώστης τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἀλεξανδρείας καὶ τὸ 318 μ.Χ. ἦταν ἤδη διάκονος. Τὸ ἔτος 325 μ.Χ. συνοδεύει τὸν γέροντα Πατριάρχη Ἀλεξανδρείας Ἀλέξανδρο στὴ Νίκαια, ὅπου συγκλήθηκε ἡ Α’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος, «τοῦ χοροῦ τῶν διακόνων ἡγούμενος». Ἐκεῖ, χάρη στὴ μόρφωσή του καὶ μάλιστα στὴ θερμουργὸ καὶ ἀκλόνητη πίστη του, ἀναδείχθηκε ἕνας ἀπὸ τοὺς θαρραλέους ἀγωνιστὲς κατὰ τῆς αἱρέσεως τοῦ Ἀρείου. Μάλιστα δέ, ὅπως ἀποφάνθηκε ἡ ἐν Ἀλεξανδρείᾳ Σύνοδος τοῦ 399 μ.Χ., κυρίως ὁ Ἀθανάσιος «τὴν νόσον τοῦ Ἀρειανισμοῦ ἔστησεν». Κανένας, ἴσως, ἄλλος ἀπὸ τοὺς Πατέρες καὶ Διδασκάλους τῆς Ἐκκλησίας, τῆς περιόδου ἐκείνης, δὲν ἀντιμετώπισε τόσο σπουδαία ἐκκλησιαστικὰ καὶ θεμελιώδη προβλήματα τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως ἦταν τὰ περὶ Θεοῦ, κόσμου, ἀνθρώπου, δημιουργίας, τριαδολογίας, ἐνανθρωπήσεως τοῦ Υἱοῦ καὶ Λόγου τοῦ Θεοῦ, σωτηρίας, χριστολογίας, πνευματολογίας, Οἰκουμενικῆς Συνόδου κ.ἄ. Ἡ φήμη τοῦ Ἀθανασίου ἑδραιώθηκε τόσο πολὺ κατὰ τὴ Σύνοδο τῆς Νίκαιας, ὥστε μετὰ ἀπὸ λίγο, ὅταν πέθανε ὁ γέροντας Πατριάρχης Ἀλεξανδρείας Ἀλέξανδρος († 17 Ἀπριλίου 328 μ.Χ.), ἐξελέγη Ἐπίσκοπος Ἀλεξανδρείας πιθανότατα τὸν ἴδιο χρόνο. |
Ὁ Ὅσιος Ἀντώνιος ὁ Μέγας
|
|
||||||||||||||
Ὁ Μέγας Ἀντώνιος γεννήθηκε περὶ τὸ 251 μ.Χ. στὴν πόλη Κομὰ τῆς Ἄνω Αἰγύπτου, κοντὰ στὴ Μέμφιδα, ἀπὸ γονεῖς εὐλαβεῖς καὶ εὔπορους. Ἔζησε στὰ χρόνια τῶν αὐτοκρατόρων Διοκλητιανοῦ (284 – 305 μ.Χ.) καὶ Μαξιμιανοὺ (285 – 305 μ.Χ.) μέχρι καὶ τὴν ἐποχὴ τοῦ εὐσεβοῦς αὐτοκράτορα Κωνσταντίνου καὶ τῶν παιδιῶν του. Ἀπὸ τὴν παιδική του ἡλικία ἦταν ὀλιγαρκὴς καὶ αὐτάρκης, «μόνοις δὲ οἷς εὕρισκεν ἠρκεῖτο καὶ πλέον οὐδὲν ἐζήτει». Σὲ νεαρὴ ἡλικία, περίπου 20 ἐτῶν, ἔχασε τοὺς γονεῖς του. Ἕξι μῆνες μετὰ τὴν κοίμηση τῶν γονέων του, ἄκουσε στὴν ἐκκλησία τὴν Εὐαγγελικὴ περικοπὴ τοῦ πλουσίου νεανίσκου, στὴν ὁποία ἀναφέρεται, ὅτι ὁ Χριστὸς εἶπε στὸν πλούσιο νέο : «πώλησον τὰ ὑπάρχοντά σου καὶ δὸς πτωχοῖς». Τόση μεγάλη ἐντύπωση προξένησε ἡ Εὐαγγελικὴ αὐτὴ προτροπὴ στὴν ψυχὴ τοῦ Ἀντωνίου, ὥστε ἀμέσως διένειμε τὰ ὑπάρχοντά του στοὺς πτωχοὺς καὶ ἐνδεεῖς, ἀφοῦ φύλαξε τὰ ἀπολύτως ἀναγκαῖα γιὰ τὴν συντήρηση αὐτοῦ καὶ τῆς μικρῆς του ἀδελφῆς, τὴν ὁποία φρόντισε νὰ παραδώσει σὲ Χριστιανὲς νέες παρθένους ποὺ εἶχαν ἀφιερωθεῖ στὴ χριστιανικὴ ἀρετή, βέβαιος ὅτι κοντά τους θὰ εἶναι κατὰ πάντα ἀσφαλής. |
Ἡ προσκύνησις τῆς Τιμίας ἁλύσεως τοῦ Ἁγίου καὶ ἐνδόξου Ἀποστόλου Πέτρου
|
|
||||||||||||||
Τὴν ἡμέρα αὐτὴ τελοῦμε τὴν προσκύνηση τῆς τιμίας ἁλυσίδας τοῦ Ἁγίου Ἀποστόλου Πέτρου, μὲ τὴν ὁποία τὸν ἔδεσε καὶ τὸν ἔριξε στὴν φυλακὴ ὁ τετράρχης Ἡρώδης, σύμφωνα μὲ τὴν ἐξιστόρηση τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Λουκᾶ στὶς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων. Ὁ Ἡρώδης ἔβαλε τοὺς Ἰουδαίους καὶ συνέλαβαν τὸν Ἀπόστολο Πέτρο κατὰ τὶς ἡμέρες τῆς ἑορτῆς τῶν ἀζύμων. Καὶ ὅταν τὸν ἔπιασε, τὸν ἔβαλε στὴν φυλακή. Τὴ νύκτα, πρὶν τὴν ἡμέρα κατὰ τὴν ὁποία ὁ Ἡρώδης ἔμελλε νὰ τὸν παρουσιάσει στὸν λαό, ὁ Ἀπόστολος Πέτρος κοιμόταν μεταξὺ δύο στρατιωτῶν καὶ φρουροὶ φύλαγαν μπροστὰ στὸ κελί του. Ξαφνικὰ ἦλθε Ἄγγελος Κυρίου καὶ ἔλαμψε φῶς στὸ κελί. Ἀφοῦ κτύπησε τὴν πλευρὰ τοῦ Πέτρου, τὸν ξύπνησε καὶ τοῦ εἶπε: «Σήκω γρήγορα». Καὶ ἔπεσαν οἱ ἁλυσίδες ἀπὸ τὰ χέρια του. |
Ὁ Ὅσιος Παῦλος ὁ Θηβαῖος
|
|
||||||||||||||
Ὁ Ὅσιος Παῦλος ὁ Θηβαῖος, ἤκμασε στὰ χρόνια του Δεκίου (249 – 251 μ.Χ.) καὶ τοῦ Βαλεριανοῦ (254 – 259 μ.Χ.). Σύμφωνα μὲ τὴν βιογραφία τοῦ Ἁγίου Ἱερωνύμου, τῆς ὁποίας πρόσφατα ἀποδείχθηκε ἡ ἱστορικότητα, μὲ βάση μία πολὺ ἀρχαιότερη ἑλληνικὴ πηγή, τὰ ὅρια τῆς ζωῆς του μποροῦν νὰ τοποθετηθοῦν μεταξὺ τῶν ἐτῶν 233 καὶ 346 μ.Χ. Ἀνῆκε σὲ πλούσια οἰκογένεια τῆς κάτω Θηβαΐδος τῆς Αἰγύπτου. Ὅταν ὁ Δέκιος ἐξαπέλυσε κατὰ τῶν Χριστιανῶν τὸν τρομερὸ διωγμό του, ὁ Ὅσιος σὲ νεαρὴ ἡλικία ἔχασε τοὺς γονεῖς του. Ἐπειδὴ φοβήθηκε μήπως παραδοθεῖ στοὺς διῶκτες τῶν Χριστιανῶν ἀπὸ τὸν ἄνδρα τῆς ἀδελφῆς του, τὸν γαμπρό του, ζήτησε παρηγοριὰ καὶ σωτηρία στὴν ἔρημο. Ἀφοῦ πέρασε ὁ διωγμὸς τοῦ Δεκίου καὶ ἐπανῆλθε ἡ γαλήνη, ἀπατηλὴ ὅμως καὶ προσωρινή, ὁ Ὅσιος ἀποφάσισε νὰ ἐξακολουθήσει τὴν ἐρημική του διαμονή. Στὴν ἔρημο ἀγάπησε τὸν ἀσκητικὸ βίο καὶ προχώρησε στὰ ἐνδότερα, ὅπου βρῆκε σπήλαιο, μέσα στὸ ὁποῖο πέρασε ὅλο τὸν χρόνο τῆς ζωῆς του μὲ πνευματικοὺς ἀγῶνες καὶ στερήσεις. Λέγεται μάλιστα ὅτι ἔξω ἀπὸ τὸ σπήλαιο ἔτρεχε δροσερότατη πηγὴ καὶ ὑπῆρχε φοίνικας, ἰδιαίτερα ψηλός. Ἐκεῖ μέσα στὴν ἡσυχία τῆς φύσεως, μελετοῦσε τὸ Ἱερὸ Εὐαγγέλιο καὶ ἄλλα ψυχωφελὴ βιβλία. |
Οἱ Ἅγιοι 38 Ἀββάδες οἱ ἐν τῷ ὄρει Σινᾷ ἀναιρεθέντες
|
|
||||||||||||||
Ἡ ἱερότητα τοῦ ὄρους Σινᾶ ἦταν ἑπόμενο νὰ ἑλκύσει ψυχὲς Ὁσίων καὶ Ἀναχωρητῶν, οἱ ὁποῖοι κατὰ τοὺς πρώτους αἰῶνες τοῦ Χριστιανισμοῦ, ζητοῦσαν τὴν ἐλεύθερη λατρεία, τὴν ἡσυχία καὶ τὴν προσευχὴ σὲ ἐρημικοὺς τόπους. Ὁ τόπος ἐκεῖνος χωρὶς νὰ δίνει ἀνέσεις ἦταν κατάλληλος γιὰ τὴν πνευματικὴ ἀνύψωση τῆς ψυχῆς. Ἐπιπλέον δὲ οἱ ἐντυπώσεις ποὺ ἔρχονταν στὸ νοῦ ἀπὸ τὶς διηγήσεις τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης γιὰ τὸ ὄρος Σινᾶ ἐνίσχυαν τὴν ἡσυχία τοῦ τόπου καὶ τὴν ὁλόψυχη ἀφοσίωση πρὸς τὸν Θεό. Ἐπειδὴ τότε δὲν ὑπῆρχε κτισμένο μοναστήρι, οἱ παλαιοὶ ἐκεῖνοι Ἀναχωρητὲς καὶ Ἀσκητὲς χρησιμοποιοῦσαν ὡς κελιά τους, σπήλαια ἢ καλύβες, τὶς ὁποῖες ἔκτιζαν σὲ μικρὴ ἀπόσταση τὴ μία ἀπὸ τὴν ἄλλη. |
Οἱ Ἅγιοι Ἕρμυλος καὶ Στρατόνικος
|
|
||||||||||||||
Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Ἕρμυλος καὶ Στρατόνικος ζοῦσαν κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορα τῆς Ἀνατολῆς Λικινίου (308 – 323 μ.Χ). Ὁ Λικίνιος, ὅπως εἶναι γνωστό, γιὰ νὰ εὐχαριστήσει τοὺς εἰδωλολάτρες ποὺ ἀντιπαθοῦσαν τὸν Μέγα Κωνσταντίνο, διέταξε, περὶ τὸ 320 – 322 μ.Χ., διωγμὸ κατὰ τῶν Χριστιανῶν. Ὁ Ἅγιος Ἕρμυλος, κατὰ τὴν ἐκκλησιαστικὴ τάξη, ἦταν διάκονος. Ὅταν παρουσιάσθηκε ἐνώπιον τοῦ αὐτοκράτορα καὶ ὁμολόγησε τὴν πίστη του στὸν Χριστό, ὑποβλήθηκε σὲ φοβερὰ βασανιστήρια. Πρῶτα τὸν μαστίγωσαν μὲ ἀγκαθωτὰ μαστίγια. Οἱ φρικώδεις βασανισμοὶ δὲν ἔφεραν τὸ ποθούμενο ἀποτέλεσμα. Στὴ δεινὴ δὲ αὐτὴ κατάσταση εὑρισκόμενος ὁ Ἅγιος Ἕρμυλος, κλείσθηκε στὴν φυλακή. Μετὰ ἀπὸ λίγες μέρες καταβλήθηκε νέα προσπάθεια, γιὰ νὰ ἀρνηθεῖ ὁ Μάρτυς τὸν Χριστό. Ἐκεῖνος ἀπάντησε δοξολογώντας καὶ εὐχαριστώντας τὸ Ἅγιο Ὄνομα τοῦ Κυρίου. |
Ὁ Ἅγιος Πολύευκτος ὁ Μάρτυρας
|
|
||||||||||||||
Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Πολύευκτος ἔζησε κατὰ τὴν ἐποχὴ τῶν αὐτοκρατόρων Δεκίου (249 – 251 μ.Χ.) καὶ Οὐαλεριανοῦ (251 – 259 μ.Χ.). Ὅταν κηρύχθηκε ὁ διωγμὸς κατὰ τῶν Χριστιανῶν καὶ αὐτοὶ διετάχθησαν νὰ ἐπιστρέψουν στὴν εἰδωλολατρία, ὑπῆρξε ὁ πρῶτος ποὺ μαρτύρησε γιὰ τὸν Χριστὸ στὴ Μελιτηνὴ τῆς Ἀρμενίας, ὅπου ἐκτελοῦσε τὰ στρατιωτικά του καθήκοντα. Ὁ
Ἅγιος Πολύευκτος, χωρὶς νὰ δειλιάσει, διεκήρυξε μὲ παρρησία τὴν πίστη
του στὸν Χριστὸ καὶ μὲ Πνευματικὴ ἀνδρεία συνέτριψε τὰ εἴδωλα ποὺ
λάτρευαν οἱ ἐθνικοί. Οἱ παραινέσεις τοῦ πεθεροῦ του, καθὼς καὶ οἱ
θρηνώδεις κραυγὲς τῆς γυναίκας του, δὲν τὸν κλόνισαν καθόλου. Παρέμεινε
σταθερὸς στὴν ὁμολογία του, γεγονὸς ποὺ ἐπιβεβαίωσε καὶ στὸν Μάρτυρα
Νέαρχο, τὸν φίλο του, ποὺ φοβόταν μήπως ἀπὸ τὰ βασανιστήρια ἀρνηθεῖ τὸν
Χριστό. Ἔτσι, λοιπόν, ὁ Ἅγιος Πολύευκτος μαρτύρησε διὰ ξίφους. |
Ὁ Ὅσιος Γεώργιος ὁ Χοζεβίτης
|
|
||||||||||||||
Πολὺ γνωστὸ τὸ ὄνομά του στὸν χριστιανικὸ κόσμο. Γνωστὸ καὶ τὸ μοναστήρι στὴν Παλαιστίνη ποὺ ἀσκήτεψε. Βρίσκεται σὲ μία ἐρημικὴ καὶ ἄγρια χαράδρα καὶ εἶναι κοντὰ στὴν ἀρχαία Ρωμαϊκὴ ὁδό, ποὺ ὁδηγεῖ ἀπὸ τὰ Ἱεροσόλυμα στὴν Ἱεριχῶ. Στὴν Ἁγία Γραφὴ ἡ τοποθεσία αὐτὴ λέγεται χείμαρρος Χορρὰθ καὶ εἶναι συνδεδεμένη μὲ πολλὰ ἱστορικὰ γεγονότα.
Σ’ αὐτὸ τὸ μέρος εἶναι ἡ σπηλιὰ στὴν ὁποία εἶχε κάποτε κρυβεῖ ὁ προφήτης Ἠλίας (910 π.Χ.) γιὰ νὰ γλιτώσει ἀπὸ τὴν καταδίωξη τοῦ ἀσεβέστατου βασιλιὰ Ἀχαὰβ καὶ τῆς εἰδωλολάτριδας συζύγου του, τῆς Ἰζάβελ. Σ’ αὐτὴ τὴν σπηλιὰ ὁ ζηλωτὴς προφήτης ἔμεινε μῆνες καὶ τρεφόταν κατὰ ἕνα θαυμαστὸ τρόπο. Μερικὰ κοράκια τοῦ ἔφερναν πρωὶ καὶ βράδυ ψωμὶ καὶ κρέας. Νερὸ ἔπινε ἀπὸ τὸν χείμαρρο. Ὅταν ὅμως καὶ ἀπὸ ἐδῶ ἔλειψε τὸ νερό, ἐξ αἰτίας τῆς ἀνομβρίας, ὁ προφήτης ἀναχώρησε κατ’ ἐντολὴν τοῦ Θεοῦ στὰ Σάρεπτα τῆς Σιδῶνος. |
Σύναξις Ἁγίου Ἰωάννου Προδρόμου καὶ ἡ μετένεξις τῆς Ἁγίας αὐτοῦ Χειρὸς εἰς Κωνσταντινούπολη
|
|
||||||||||||||
Ἀπὸ πολὺ παλιὰ ἔχει καθοριστεῖ νὰ ἑορτάζουμε κατὰ τὴν ἑπομένη ἡμέρα τῶν Ἁγίων Θεοφανείων, τὴ Σύναξη τοῦ Προφήτου, Προδρόμου καὶ Βαπτιστοῦ Ἰωάννου, γιὰ τὸν λόγο ὅτι ἀξιώθηκε νὰ βαπτίσει τὸν Ἰησοῦ Χριστό. Ὁ Τίμιος Πρόδρομος ὑπῆρξε ὁ Ὄρθρος ποὺ ἀνήγγειλε τὸν ἐρχομὸ τῆς ἡμέρας τοῦ Κυρίου. Ὁ Ὄρθρος ποὺ προηγήθηκε τῆς ἀνατολῆς τοῦ Ἡλίου τῆς δικαιοσύνης. Ἔτσι τὸν ὀνομάζει ἕνας ὕμνος τῶν Θεοφανείων. «Φωνὴ βοῶντος ἐν τῇ ἐρήμῳ, ἑτοιμάσατε τὴν ὁδὸν Κυρίου». Ὁμιλεῖ τὸ στόμα τοῦ Ἀσκητοῦ. Ὁ χαρισματικὸς ἄνθρωπος ποὺ ἀναδείχθηκε «μείζων ἐν γεννητοὶς γυναικών». Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος κηρύσσει προδρομικὰ μέσα στὴν ἔρημο τὸ μήνυμα τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ. Ξαναθυμίζει τὰ προφητικὰ λόγια τοῦ Ἠσαΐου, ὁ Εὐαγγελιστὴς Μάρκος, ποὺ βεβαίως ἀναφέρονται στὸ μεγάλο ἐρημίτη τοῦ Ἰορδάνη. |
Τὰ Ἅγια Θεοφάνεια τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ
|
|
||||||||||||||
Ἀφοῦ ὁ Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ ἐνδύθηκε τὸν παλαιὸ Ἀδάμ, δηλαδὴ ἔγινε ἄνθρωπος καὶ ἀφοῦ ἐκτέλεσε ὅλα τὰ ἐπιβαλλόμενα ἀπὸ τὸν ἰουδαϊκὸ Νόμο, πῆγε στον Ἰωάννη, για να βαπτισθεί. Ὄχι γιατὶ ὁ Ἴδιος τὸ εἶχε ἀνάγκη, ἀλλὰ για να ξεπλύνει τὴν ἀνθρωπίνη φύσῃ ἀπὸ τὴν ντροπὴ τῆς ἁμαρτίας τοῦ Ἀδὰμ καὶ να ἐνδύσει τὴν γυμνότητά της μὲ τὴν πρώτη στολή που ἀστραποβολᾶ τὴν Θεϊκὴ λάμψη. Ὁ Ἰωάννης ἐκήρυττε τὸ βάπτισμα τῆς μετανοίας καὶ ἔτρεχε πρὸς αὐτὸν ὁλόκληρη ἡ Ἰουδαία. Ὁ Κύριος κηρύττει τὸ βάπτισμα τῆς υἱοθεσίας καὶ ποιὸς ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ ἔχουν ἐλπίσει σὲ Αὐτὸν δεν θὰ ὑπακούσει; Τὸ βάπτισμα ἐκεῖνο (τοῦ Ἰωάννου) ἦταν ἡ εἰσαγωγή, τὸ βάπτισμα αὐτὸ (τοῦ Κυρίου) εἶναι τὸ τελειωτικό. Ἐκεῖνο ἦταν ἡ ἀποχωρήση ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, αὐτὸ εἶναι ἡ οἰκειώσῃ μὲ τὸν Θεό. Μὲ τὴν βάπτισή Του ἀπὸ τὸν Ἰωάννη, ὁ Χριστὸς ἔδωσε ἕνα τέλος καὶ στὸ τυπικὸ αὐτὸ βάπτισμα, ὅπως τρώγοντας για τελευταία φορὰ τὸ Ἰουδαϊκὸ Πάσχα τὸ κατάργησε καὶ ἐγκαινίασε τὸ Πάσχα τῆς Καινῆς Διαθήκης. |
Ὁ Προφήτης Μαλαχίας
|
|
||||||||||||||
Ὁ προφήτης Μαλαχίας καταγόταν ἀπὸ τὴ φυλὴ Λευΐ καὶ ἐγεννήθηκε στὸ Σοφερὸ μετὰ τὴν ἐπιστροφὴ τῶν Ἰουδαίων ἀπὸ τὴ Βαβυλώνια αἰχμαλωσία. Ἔζησε περὶς τὸν 5ο π.Χ. αἰώνα, κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ Νεεμία, καὶ ἐργάσθηκε στὴν Ἱερουσαλὴμ μετὰ τὸν Προφήτη Ἀγγαῖο καὶ τὸν Ζαχαρία. Αὐτό συνάγεται ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι ἡ ἀνοικοδόμηση τοῦ ναοῦ εἶχε πλέον ἀποπερατωθεῖ καὶ εἶχαν ἀρχίσει οἱ προσφερόμενες θυσίες. Ὄντας ἀκόμη νέος, κατέκτησε τὴν ἀρετὴ καὶ διακρινόταν γιὰ τὴν θεοσεβὴ συμπεριφορὰ καὶ διαγωγή του. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ ἔλαβε καὶ τὴν προσωνυμία Μαλαχίας, ποὺ στὴν ἑλληνικὴ γλώσσα μεταφράζεται «ὁ ἄγγελός μου». Κατὰ παλαιὰ γνώμη (Ταλμοὺδ) τὸ ὄνομα Μαλαχίας εἶναι ψευδόνυμο τοῦ Ἔσδρα ἢ τοῦ Νεεμία ἢ τοῦ Μαρδοχαίου. Χρονολογικὰ ὑπῆρξε ὁ τελευταῖος ἀπὸ τοὺς Προφῆτες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. |
ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΟΝ ΕΙΛΗΤΑΡΙΟΝ. ΟΜΙΛΙΑ ΔΙΑ ΤΟΝ ΟΜΗΡΟΝ ΕΙΣ ΤΗΝ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗΝ «ΑΓ. ΑΓΑΠΗΤΟΣ»
ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΟΝ ΕΙΛΗΤΑΡΙΟΝ.
ΟΜΙΛΙΑ ΔΙΑ ΤΟΝ ΟΜΗΡΟΝ
ΕΙΣ ΤΗΝ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗΝ «ΑΓ. ΑΓΑΠΗΤΟΣ»
Ὡς τυγχάνει γνωστόν ἡ Ἱερά Μητρόπολις Χίου, Ψαρῶν καί Οἰνουσσῶν ἔχει ἐντάξει εἰς τήν πνευματικήν διακονίαν Αὐτῆς τό πρόγραμμα «’’ Ὅπως ἄν ἐξ Ἑλληνικῶν...’’–Φιλολογικόν Eἱλητάριον» μέ χῶρον διεξαγωγῆς τήν Βιβλιοθήκην ΑΓΙΟΣ ΑΓΑΠΗΤΟΣ.
Εἰς τό πλαίσιον αὐτῆς τῆς διακονίας ὁ Ἐλλογιμώτατος κ. Χρῆστος Ν. Φροσυνάκης, ἀριστοῦχος Μεταπτυχιακός τῆς Κλασσικῆς Φιλολογίας τῆς Φιλοσοφικῆς Σχολῆς τοῦ Ἐθνικοῦ καί Καποδιστριακοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν θά πραγματοποιήσῃ παρουσίασιν τοῦ θέματος: «ΟΜΗΡΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ B’: Ὁ ρόλος τοῦ Ἁγίου Εὐσταθίου Θεσσαλονίκης στήν ἀνάγνωση τῆς Ἰλιάδος: Ἀντίλοχος καί Μενέλαος ὡς ἀντεστραμμένες ὄψεις τῆς “Ἰλιαδικῆς” ἔριδας στή ραψωδία Ψ»., τήν Πέμπτην 4 Ἰανουαρίου 2024 καί ὥραν 18:00 εἰς τήν Βιβλιοθήκην ΑΓΙΟΣ ΑΓΑΠΗΤΟΣ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Χίου, Ψαρῶν καί Οἰνουσσῶν.
Ἰδιαιτέρως παρακαλοῦμεν τούς ἐνδιαφερομένους ἐκ τῶν ἐκπαιδευτικῶν καί ἐπιστημόνων, ἀλλά καί ἐκ τῶν μαθητῶν καί μαθητριῶν ἤ καί φοιτητῶν καί φοιτητριῶν, νά συμμετάσχουν, δεδομένου ὅτι θά δοθῇ ἡ δυνατότης τῆς γνώσεως τοῦ θέματος.
(ΕΚ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ)
Ὁ Ἅγιος Σιλβέστρος Πάπας Ρώμης
|
|
||||||||||||||
Ὁ Ἅγιος Σιλβέστρος καταγόταν ἀπὸ τὴν Ρώμη. Ἐπειδὴ μὲ τὸν πνευματικό του ἀγῶνα ἔφθασε στὸ ἄκρο τῆς ἀρετῆς καὶ τῆς εὐσέβειας, χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος τῆς Πρεσβυτέρας (Παλαιᾶς) Ρώμης, ὕστερα ἀπὸ τὸν θάνατο τοῦ Ἐπισκόπου Μιλτιάδη, ὁ ὁποῖος κοιμήθηκε στὶς 11 Ἰανουαρίου τοῦ ἔτους 314 μ.Χ. Ἐποίμανε
ἀξίως τὸ ποίμνιό του καὶ μὲ τὴν ἁγιότητά του ἐλάμπρυνε τὸν ἀποστολικὸ
θρόνο του καὶ ἔκανε πολλὰ θαύματα. Ἐπιδόθηκε μὲ περισσὴ φροντίδα στὸ
φιλανθρωπικὸ ἔργο καὶ ἀγωνίσθηκε νὰ μεταμορφώσει κατὰ Χριστὸν τὰ ἤθη καὶ
τὰ ἔθιμα τοῦ λαοῦ τῆς Ρώμης. Κατὰ τὴν παράδοση ὁ Ἅγιος ἐχειραγώγησε
πρὸς τὴν χριστιανικὴ πίστη τὸν αὐτοκράτορα Μέγα Κωνσταντῖνο καὶ μὲ τὸ
θεῖο Βάπτισμα τοῦ καθάρισε τὰ πάθη, τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ σώματος. Μὲ τὴ
συμβουλὴ τοῦ Ἁγίου Σιλβέστρου, ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος ἀνήγειρε ἑπτὰ ναούς,
γιὰ νὰ ἑορτάζονται οἱ ἑορτὲς τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ καὶ τῶν Ἁγίων
Μαρτύρων. Ἀπέδειξε ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς καὶ τὸ ἔργο του εἶχαν
προκηρυχθεῖ ἀπὸ τὸ Νόμο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης καὶ ἔλαβε μέρος στὴν Α’
Οἰκουμενικὴ Σύνοδο. Πολέμησε δὲ ἰδιαίτερα τοὺς αἱρετικοὺς Δονατιστὲς καὶ
ἐμεγάλυνε τὴν Ἐκκλησία μὲ τὴν διδασκαλία τῶν θείων δογμάτων. |