|
|
||||||||||||||
Ὁ
Ὅσιος Σαμψὼν ἐγεννήθηκε στὴ Ρώμη, ἀπὸ εὔπορους καὶ εὐσεβεῖς γονεῖς καὶ
ἦταν συγγενὴς τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου. Ἐσπούδασε φιλολογία, φιλοσοφία
καὶ ἰατρική. Μεταχειρίσθηκε ὅμως τὴν ἰατρικὴ ὄχι σὰν ἐπικερδὲς
ἐπάγγελμα, ἀλλὰ γιὰ εὐεργετικοὺς καὶ φιλανθρωπικοὺς σκοπούς. Ὁδηγὸς στὸ
βίο του ἦταν ὁ λόγος τοῦ Κυρίου: «Γίνεσθε οὖν οἰκτίρμονες καθὼς καὶ ὁ πατὴρ ἡμῶν οἰκτίρμων ἐστί».
Ἔτσι ὁ Ὅσιος Σαμψὼν ἦταν προστάτης ἰατρὸς τῶν φτωχῶν. Τὴν οἰκία του τὴν
εἶχε μετατρέψει σὲ νοσοκομεῖο καὶ περιέθαλπε πάσχοντες ἀστέγους.
|
Ὁ Ὅσιος Σαμψὼν ὁ Ξενοδόχος
Ὁ Ὅσιος Δαβὶδ ἐν Θεσσαλονίκη
|
|
||||||||||||||
Ὁ
Ὅσιος Δαβὶδ καταγόταν ἀπὸ τὴ βόρεια Μεσοποταμία, ποὺ ἦταν μεγάλο
μοναστικὸ κέντρο, καὶ ἐγεννήθηκε περὶ τὸ 450 μ.Χ. Γιὰ λόγους ποὺ δὲν
ἀναφέρονται ἦλθε στὴ Θεσσαλονίκη μαζὶ μὲ τὸ μοναχὸ Ἀδολᾶ. Κατὰ τὸ
βιογράφο τους ὁ Ὅσιος εἰσῆλθε ἀρχικὰ στὴ μονὴ τῶν Ἁγίων Μαρτύρων
Θεοδώρου καὶ Μερκουρίου, ἐπιλεγομένη Κουκουλλιατῶν, τῆς ὁποίας ἡ
τοποθεσία προσδιορίζεται «ἐν τῷ ἀρκτικῷ μέρει τῆς πόλεως πλησίον τοῦ τείχους ἐν ᾧ ἐστι τὸ παραπόρτιον τῶν Ἀπροΐτων».
|
Ἡ Ἁγία Φεβρωνία ἡ Ὁσιομάρτυς ἡ πολύαθλος
|
|
||||||||||||||
Ἡ Ὁσιομάρτυς Φεβρωνία ἐμόναζε σὲ κάποιο μοναστήρι τῆς πόλεως Νισίβεως τῆς Μεσοποταμίας μαζὶ μὲ τὴ θεία της Βρυαίνη καὶ τὴν ἀδελφὴ Θωμαΐδα, διότι ὅλες οἱ ἄλλες μοναχές, ἀφοῦ ἐπληροφορήθηκαν ὅτι ἔρχονταν στὴ μονὴ πρὸς σύλληψή τους στρατιῶτες τοῦ ἡγεμόνος Σελήνου (288 μ.Χ.), κατὰ τοὺς διωγμοὺς τοῦ Διοκλητιανοῦ (284 – 305 μ.Χ.), ἐζήτησαν σωτηρία διὰ τῆς φυγῆς.
|
Ὁ Ἅγιος Ἰουλιανὸς ἐξ Ἀναζαρβοῦ Κιλικίας
|
|
||||||||||||||
Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Ἰουλιανὸς ἔζησε κατὰ τὸν 3ο
αἰώνα μ.Χ. καὶ καταγόταν ἀπὸ τὴν πόλη Ἀνάζαρβα, τῆς δευτέρας ἐπαρχίας
τῶν Κιλίκων. Ἦταν υἱὸς κάποιου Ἕλληνα βουλευτοῦ καὶ εἶχε μητέρα
Χριστιανή, ἡ ὁποία καὶ τοῦ δίδαξε τὰ ἱερὰ γράμματα. Ὅταν ὁ Ἅγιος ἔφθασε
στὴν ἡλικία τῶν δεκαοκτὼ χρόνων, συνελήφθη ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες καὶ
ὁδηγήθηκε ἐνώπιον τοῦ ἡγεμόνος τῆς πόλεως Μαρκιανοῦ. Ἐπειδὴ ἐνώπιον τοῦ
ἡγεμόνος ὁμολόγησε μὲ πνευματικὴ ἀνδρεία τὸν Χριστὸ καὶ ἀρνήθηκε νὰ
θυσιάσει στὰ εἴδωλα, οἱ δήμιοι ἄνοιξαν μὲ βία τὸ στόμα του καὶ τοῦ
ἔριξαν μέσα κρασὶ καὶ κρέας, ποὺ εἶχε ἀπομείνει ἀπὸ τὶς θυσίες τῶν
εἰδώλων.
|
Ὁ Ἅγιος Μεθόδιος ὁ Ἱερομάρτυρας Ἐπίσκοπος Ὀλύμπου
|
|
||||||||||||||
Εἶναι
ἄγνωστο ἀπὸ ποῦ καταγόταν ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Μεθόδιος, ὁ ὁποῖος ἄθλησε
κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορος Διοκλητιανοῦ (284 – 305 μ.Χ.). Ὑπῆρξε
κατ’ ἀρχὰς μὲν Ἐπίσκοπος τοῦ ἐν Λυκίᾳ Ὀλύμπου, ἔπειτα δὲ Ἐπίσκοπος
Τύρου (τῆς Φοινίκης), κατ’ ἄλους δὲ Ἐπίσκοπος Φιλίππων τῆς Μακεδονίας.
Τὸ ἀναφερόμενο ὅτι διετέλεσε Ἐπίσκοπος Πατάρων εἶναι ἀναληθές, προελθὸν
ἐκ τοῦ περὶ Ἀναστάσεως διαλόγου του, ὁ ὁποῖος ἔλαβε χώρα στὰ Πάταρα.
|
Ὁ Ἅγιος Λεόντιος ὁ Μάρτυρας καὶ οἱ σὺν αὐτῷ Ὕπατος καὶ Θεόδουλος μαρτυρήσαντες
|
|
||||||||||||||
Ὁ
Ἅγιος Μάρτυς Λεόντιος καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἑλλάδα καὶ ἄθλησε κατὰ τοὺς
χρόνους τοῦ αὐτοκράτορος Βεσπασιανοῦ (69 – 79 π.Χ.). Καταταγεὶς στὸ
στράτευμα, διακρινόταν γιὰ τὸρ ρωμαλέο καὶ μεγαλοπρεπὲς παράστημα, τὴ
γεναιότητα καὶ ἀνδρεία του. Ἕνεκα τῶν ἀρετῶν του ἀνῆλθε ταχέως τὶς
στρατιωτικὲς βαθμίδες, γενόμενος στρατηγός. Διορισθεὶς στὴν Ἀφρική,
διένεμε ἄφθονα ἀπὸ τὰ στρατιωτικὰ σιτηρέσια στοὺς φτωχοὺς Χριστιανούς,
μεταξὺ τῶν ὁποίων συγκαταλέγετο καὶ ὁ ἴδιος, λατρεύων τὸν ἕνα καὶ
ἀληθινὸ Θεό.
|
Ὁ Προφήτης Ἐλισσαῖος
|
|
||||||||||||||
Ὁ
Προφήτης Ἐλισσαῖος καταγόταν ἐξ Ἀβελμαοὺλ τῆς γῆς Μανασσῆ, ἦταν υἱὸς
τοῦ πλούσιου ἀγρότου Σαφάτ, ἀπὸ τὴν κοιλάδα Ἀβελμαουλά, ἀσκοῦσε τὸ
ἐπάγγελμα τοῦ γεωργοῦ καὶ ἤκμασε κατὰ τὸ πρῶτο ἥμισυ τοῦ 9ου αἰῶνος π.Χ.
Ὁ Προφήτης Ἠλίας (†
20 Ἰουλίου) εὑρῆκε τὸν Ἐλλισαῖο μὲ τὸ ἄροτρο στὸν ἀγρό του καὶ ἐκάλεσε
αὐτὸν νὰ τὸν ἀκολουθήσει, ἀφοῦ ἔρριψε ἐπάνω του τὴ μηλωτή του. Ἡ πράξη
αὐτὴ συμβόλιζε τὴν κλήση τοῦ Ἐλισσαίου στὸ προφητικὸ ἀξίωμα καὶ τὴν ἐξ
αὐτοῦ ἄντληση ἰσχύος καὶ θείας αὐθεντίας.
|
Ὁ Ὅσιος Ὀνούφριος ὁ ἐν Ἱερουσαλήμ
|
|
||||||||||||||
Ὁ Ὅσιος Ὀνούφριος ἐγεννήθηκε τὸν 4ο
αἰώνα μ.Χ. στὴν Αἴγυτπο καὶ καταγόταν ἀπὸ ἀριστικρατικὴ οἰκογένεια. Ὁ
βιογράφος του, Ὅσιος Παφνούτιος, ἀναφέρει ὡς πατρίδα τοῦ Ὀνουφρίου τὴν
Περσία, πράγμα ὅμως ποὺ δὲν μνημονεύεται οὔτε στὰ Συναξάρια, οὔτε καὶ
στὸν Κανόνα τῆς ἑορτῆς αὐτοῦ.
Ὁ
Ὅσιος Ὀνούφριος στὴν ἀρχὴ τῆς μοναχικῆς του πολιτείας εἰσέρχεται σὲ
κοινόβιο μοναστήρι κοντὰ στὴν Ἑρμούπολη τῶν Θηβῶν. Τὸ κοινοβιακὸ
σύστημα, ποὺ εἶναι αὐστηρότερο ἀπὸ τὸ Λαυρεωτικό, διαμορφώθηκε ὑπὸ τοῦ
Ὁσίου Παχωμίου τοῦ Μεγάλου († 15 Μαΐου) τὸν 4ο
αἰώνα στὴν Αἴγυπτο. Τὸ πρῶτο κοινόβιο ἱδρύθηκε περὶ τὸ 320 μ.Χ.
στὴνΤαβεννίσιδα κοντὰ στὴν ἀνατολικὴ ὄχθη τοῦ Νείλου ποταμοῦ.
|
Οἱ Ἅγιοι Βαρθολομαῖος καὶ Βαρνάβας οἱ Ἀπόστολοι
|
|
||||||||||||||
Τὸ
ὄνομα ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΣ σημαίνει «υἱὸς τοῦ Θολομαίου». Οἱ πληροφορίες γιὰ
τὸν Ἀπόστολο Βαρθολομαῖο στὴν Καινὴ Διαθήκη καὶ τὴν ἐκκλησιαστικὴ
παράδοση εἶναι ἐλάχιστες. Τὸ ὄνομά του ἀναγράφεται μόνον στὴν ἀναφορὰ
τῶν ὀνομάτων τῶν Δώδεκα Ἀποστόλων. Ἡ Ἐκκλησία τὸν ἐταύτισε μὲ τὸν
Ναθαναήλ, τοῦ ὁποίου τὸ ὄνομα ἀναφέρεται πάντοτε μὲ αὐτὸ τοῦ Φιλίππου.
Καταγόταν ἀπὸ τὴν Κανὰ τῆς Γαλιλαίας. Προφανῶς τὸ ὄνομα Βαρθολομαῖος
χαρακτηρίζει τὸ πατρώνυμο τοῦ Ναθαναήλ.
|
Οἱ Ἅγιοι Ἀλέξανδρος καὶ Ἀντωνίνα οἱ Μάρτυρες
|
|
||||||||||||||
Οἱ
Ἅγιοι Μάρτυρες Ἀλέξανδρος καὶ Ἀντωνίνα κατάγονταν ἀπὸ τὴν πόλη τῶν
Κοδράμων ἢ Κροδάμων ἢ Καρδάμων καὶ εἶναι ἄγνωστο πότε ἄθλησαν. Ἀπὸ
αὐτοὺς ἡ Ἀντωνίνη, ἀφιερωθείσα στὸν Χριστό, διῆγε βίο σώφρονα,
λατρεύουσα τὸν Θεὸ καὶ καταγινομένη σὲ ἀγαθοεργίες καὶ ἐλεημοσύνες,
ἑλκύοντας διὰ τῶν ἔργων καὶ τῶν λόγων της εἰδωλολάτριδες γυναῖκες πρὸς
τὸν Χριστιανισμό. Γιὰ τὴ θεοφιλὴ αὐτὴ δράση της καταγγέλθηκε στὸν
ἡγεμόνα Φῆστο καὶ ἐκλείσθηκε σὲ οἶκο ἀνοχῆς πρὸς διαφθορά, ἐπειδὴ
ὁμολόγησε τὸ Ὄνομα τοῦ Κυρίου. Ἐκεῖ παρέμεινε ἐπὶ τρεῖς ἡμέρες νηστικὴ
καὶ στὴ συνέχεια ὁδηγήθηκε ἐκ νέου ἐνώπιον τοῦ ἡγεμόνος.
|
Ὁ Ἅγιος Θεόδοτος ὁ Ἱερομάρτυρας ὁ ἐν Ἀγκύρᾳ
|
|
||||||||||||||
Ὁ
Ἅγιος Ἱερομάρτυς Θεόδοτος καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἄγκυρα τῆς Γαλατίας καὶ
ἄθλησε κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορος Διοκλητιανοῦ (284 – 305 μ.Χ.).
Παρέμεινε ὀρφανὸς σὲ νηπιακὴ ἡλικία καὶ ἀνατράφηκε μὲ παιδεία καὶ
νουθεσία Κυρίου ἀπὸ τὴν εὐσεβέστατη θεία του Τεκοῦσα. Ὄταν ἐμεγάλωσε,
ἔγινε ἀρτοποιὸς καὶ ἔμπορος τροφίμων, διεκρινόταν δὲ γιὰ τὴν τιμιότητα,
τὴν ἐγκράτεια καὶ τὴ φιλανθρωπία του. Διὰ τῶν λόγων, τῶν ἔργων καὶ τῆς
ὑποδειγματικῆς χριστιανικῆς διαβιώσεώς του, ἔγινε πρόξενος ἐπανόδου στὸν
ὀρθὸ δρόμο πολλῶν παρεκτραπέντων συμπολιτῶν του.
|
Ἡ Ἀνάληψις τοῦ Κυρίου
|
|
||||||||||||||
Βλέπετε αὐτὴ τὴν
κοινὴ γιὰ μᾶς ἑορτὴ καὶ εὐφροσύνη, τὴν ὁποία ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς
Χριστὸς χάρισε μὲ τὴν ἀνάσταση καὶ ἀνάληψή του στοὺς πιστούς; Πήγασε ἀπὸ
θλίψη. Βλέπετε αὐτὴ τὴ ζωή, μᾶλλον δέ, τὴν ἀθανασία; Ἐπιφάνηκε σὲ μᾶς ἀπὸ θάνατο. Βλέπετε τὸ οὐράνιο ὕψος, στὸ ὁποῖο ἀνέβηκε κατὰ τὴν ἀνύψωσή του ὁ Κύριος καὶ τὴν ὑπερδεδοξασμένη δόξα ποὺ δοξάσθηκε κατὰ σάρκα; Τὸ πέτυχε μὲ τὴν ταπείνωση καὶ τὴν ἀδοξία.
|
Οἱ Ἁγίες Μάρθα καὶ Μαρία ἀδελφὲς τοῦ Ἁγίου Λαζάρου
|
|
||||||||||||||
Οἱ
Ἁγίες Μάρθα καὶ Μαρία, μετὰ τοῦ ἀδελφοῦ τους Λαζάρου, ἀποτελοῦσαν τὴν
πλέον ἀγαπητὴ στὸν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστὸ οἰκογένεια τῆς Βηθανίας. Στὴν
οἰκία τους φιλοξενούμενος ὁ Χριστὸς εἶπε τὸ διδακτικώτατο: «Μάρθα,
Μάρθα, μεριμνᾷς καὶ τυρβάζῃ περὶ πολλά, ἑνὸς δὲ ἔστι χρεία· Μαρία δὲ
τὴν ἀγαθὴν μερίδα ἐξελέξατο, ἥτις οὐκ ἀφαιρεθήσεται ἀπ’ αὐτῆς», ὅταν
ἡ Μάρθα, ὡς μεγαλύτερη, ἠσχολεῖτο μὲ τὴν περιποίηση Αὐτοῦ, ἐνῷ ἡ ἀδελφή
της Μαρία ἦταν ἀφοσιωμένη στὴ διδασκαλία Του καὶ δὲν τὴν ἐβοηθοῦσε στὶς
ἐργασίες.
|
Ὁ Ἅγιος Λουκιλλιανὸς ὁ Μάρτυρας καὶ οἱ σὺν αὐτῷ
|
|
||||||||||||||
Ἡ
μνήμη τους ἀναφέρεται καὶ στὶς 19 Ἰανουαρίου. Ἡ Σύναξή τους ἐτελεῖτο
στὸν οἶκο τοῦ Πατριάρχου Ἀναστασίου στὴν Ὀξεία, μικρὴ νῆσο τῆς
Προποντίδος, ἢ σὲ ὁμώνυμη τοποθεσία κείμενη κοντὰ στὴ λεγόμενη «Ἐμβόλων τοῦ Δομνίνου» στὴν Κωνσταντινούπολη
|
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)