Ο
Άγιος Πολύκαρπος είναι μια μορφή από τις σπουδαιότερες της αρχαίας
Εκκλησίας. Είναι ένας από τους μεγαλύτερους Αποστολικούς Πατέρες.
Λέγεται, ότι γεννήθηκε στην Έφεσο το 80 περίπου μ.Χ., από ευσεβείς και
φιλοχρίστους γονείς. Ο πατέρας του ονομαζόταν Παγκράτιος και η μητέρα
του Θεοδώρα. Με διαταγή όμως του Ρωμαίου Διοικητού της Εφέσου Μαρκίωνος
φυλακίστηκαν και οι δύο, διότι δεν θέλησαν να αρνηθούν τον Χριστό. Ο
Πολύκαρπος γεννήθηκε μέσα στη φυλακή και μάλιστα την προηγουμένη ημέρα
του μαρτυρίου των γονέων του. Το παρέλαβε όμως το παιδί κάποια πλούσια
γυναίκα, που δεν είχε παιδιά και το μεγάλωσε, σαν να ήταν δικό της. Του
έδωσε μάλιστα το όνομα Παγκράτιος, που είχε ο πατέρας του, ο μάρτυς.
Οι μεγάλες γνωριμίες του
Ο Πολύκαρπος, όταν ήταν είκοσι περίπου χρονών, είχε την ευτυχία να γνωρισθεί με τον Ευαγγελιστή Ιωάννη. Έγινε, όπως λέγει ο ιστορικός Ευσέβιος ακουστής Ιωάννου του Αποστόλου. Τότε άκουσε για πρώτη φορά, πώς ο Ιωάννης ο θεολόγος κήρυττε το Ευαγγέλιο σε άλλα μέρη της Ασίας. Επήγε και αυτός να τον ακούσει. Κοντά στο θεολόγο ήτανε και ο θεοφόρος Ιγνάτιος, ο κατόπιν επίσκοπος Αντιοχείας. Εκεί γνώρισε και άλλους Αποστόλους. Τόσο μάλιστα θέλχτηκε από την διδασκαλία του. Χριστού, ώστε έγινε πιστός οπαδός του Ιωάννου. Δόθηκε ολόψυχα στην υπηρεσία του Χρίστου. Πηγαίνανε μαζί με τον Απόστολο από τόπο σε τόπο και από πόλη σε πόλη. Όταν ο Ευαγγελιστής Ιωάννης εξορίστηκε από τον αυτοκράτορα Δομιτιανό στο νησί της Πάτμου, ο Πολύκαρπος έμεινε κοντά στον Επίσκοπο Σμύρνης Βουκόλον. Τον βοηθούσε εις τον έργον του Θεού που έκαμνε εκείνος. Ο Άγιος Βουκόλος ξετίμησε τις αρετές του και τον χειροτόνησε Ιερέα. Του ανέθεσε δε το έργον του ορφανοτρόφου. Ήταν ο μακάριος πολύ ταπεινός. Μετά όμως από τον θάνατον του Βουκόλου, χειροτονήθηκε υπό των Αποστόλων επίσκοπος Σμύρνης ο Πολύκαρπος.
Ήτανε βέβαια φτωχός από λεπτά, αλλά ήτανε πλούσιος από αρετές. Είχε πολλές αρετές.
Εν πρώτοις είχε: «Σωφροσύνη και αυστηρότητα στο ζήτημα της ηθικής. Αν και ζούσε σε ειδωλολατρικό και βρώμικο περιβάλλον, αυτός κρατήθηκε αγνότατος και ηθικότατος. Ήταν δεύτερον πλούσιος εις γενναιοψυχία. Εκτελούσε τα επισκοπικά του καθήκοντα με ζήλο αποστολικό. Δεν λογάριαζε ο Πολύκαρπος κινδύνους και κόπους, προκειμένου να εκτελέσει τα καθήκοντά του. Είχε επίσης αγάπη εις τον Χριστό και τους Χριστιανούς. Αυτό το βλέπουμε εις το έξης: Παρακολούθησε με ενδιαφέρον την σύλληψη από τους ειδωλολάτρες του Επισκόπου Αντιοχείας Ιγνατίου. Και, όταν τον πηγαίνανε δεμένο στην Ρώμη, έτρεξε και τον συνάντησε. Ήταν δε πολύ συγκινητική η στιγμή εκείνη, κατά την οποίαν συναντηθήκανε οι δύο μεγάλοι αθληταί της Πίστεως. Έστειλε μάλιστα και μια επιστολή προς τους κατοίκους των Φιλίππων της Μακεδονίας, που ήταν κοντά στην Καβάλα. Σώζεται μέχρι σήμερον. Σ’ αυτή συγχαίρει τους Φιλιππισίους, για την φιλοξενία, που έκανε στον Ιγνάτιο και στους άλλους Χριστιανούς, που ήτανε μαζί του, όταν τους περάσανε από εκεί και τους πηγαίνανε στη Ρώμη για το μαρτύριο.
Μαχητής και διδάσκαλος
Άλλη αρετή είχε την αφοσίωση στο κήρυγμα του Ευαγγελίου. Ανεδείχθη διδάσκαλος της Ασίας και φρουρός της Ορθοδοξίας. Στήριζε τους Χριστιανούς στην πίστη. Εργαζόταν ακούραστα για να τραβήξει και άλλους ειδωλολάτρες στην πίστη του Χρίστου. Μαχότανε εναντίον των αιρετικών και των Ιουδαίων, που νοθεύανε το Ευαγγέλιο με τις πλάνες και τις αιρέσεις των.
Οι άπιστοι τον καταδιώκουν
Οι Αιρετικοί και ειδωλολάτρες και προπαντός οι Ιουδαίοι, που ήσαν πραγματικά συναγωγή του σατανά, όπως τους λέγει η Αποκάλυψης με διάφορες συκοφαντίες ξεσήκωσαν τον όχλο και ζήτησε από τον άρχοντα διωγμό εναντίον των Χριστιανών. Πολλούς τότε έβαλαν στη φυλακή Χριστιανούς. Τότε η μανία τους στράφηκε εναντίον του Πολυκάρπου, που ήταν ο διδάσκαλος των και ο επίσκοπος των. Θέλανε να τον πιάσουνε, να τον βασανίσουν και να τον σκοτώσουν. Στην αρχή ο Πολύκαρπος ήθελε να μη λάβει κανένα προφυλακτικό μέτρο, αλλά ν’ αφεθεί στα χέρια του Θεού. Γι αυτό, όταν τ’ άκουσε, ότι τον ζητούσαν, δεν ταράχθηκε καθόλου, αλλά ήθελε να μείνει στην πόλη. Οι χριστιανοί όμως, που γνώριζαν τι θησαυρό θα χάνανε, επέμειναν και τον παρακαλούσανε με δάκρυα να κρυφθεί. Διότι ο Κύριος είπε: ὅταν ὑμᾶς διώκωσι ἀπό τῆς μίας πόλεως, φεύγετε εἰς τήν ἄλλην. Συγκινημένος τότε ο βαθύγηρος επίσκοπος συγκατατέθηκε και πήγε κοντά στη Σμύρνη, σ’ ένα αγρόκτημα. Εκεί έμεινε με μερικούς πιστούς. Νύχτα δε και μέρα τίποτε άλλο δεν έκανε, παρά να προσεύχεται. Προσευχόταν για όλους και γι όλες τις κατά τόπους Εκκλησίες της οικουμένης. Τρεις ημέρες προτού τον πιάσουνε, την ώρα ακριβώς που προσευχόταν, ήλθε σε οπτασία. Είδε το προσκέφαλο του να κατακαίεται απ τη φωτιά. Τότε γύρισε προς εκείνους που ήσαν κοντά του και τους είπε: «Δεῖ μέ ζῶντα καυθῆναι». Πρέπει δηλ. ζωντανός να καώ! Επειδή όμως εξακολουθήσαμε να τον ζητούν, πήγε σ' άλλο αγρόσπιτο. Αλλά μόλις έφυγαν από το πρώτο σπίτι πήγανε απεσταλμένοι και τον ζητούσαν. Επειδή όμως δεν τον βρήκανε, συλλάβανε δυο παιδιά. Το ένα απ αυτά, όταν το βασάνιζαν, τους μαρτύρησε, που επήγε ο Άγιος.
Ο Άγιος συλλαμβάνεται
Έχοντας εκείνοι τότε μαζί τους το παιδί, πήγαν να τον πιάσουν. Ήταν κατάκοιτος σ’ ένα δωμάτιο του υπερώου. Από εκεί μπορούσε βέβαια να φύγει και να πάει αλλού, αλλά δεν το θέλησε. «Τό θέλημα τοῦ Θεοῦ γενέσθω» είπε και κατέβηκε κάτω. Διέταξε τότε ο άγιος να τους βάλουνε να φάνε και να πιούνε, όσο θέλανε. Ζήτησε όμως απ αυτούς μια χάρη: Να τον αφήσουν να προσευχηθεί ελεύθερα. Πράγματι του επέτρεψαν. Στάθηκε τότε και προσευχήθηκε επί δύο ώρες συνέχεια. Όταν τελείωσε την προσευχή του, τον έβαλαν επάνω εις έναν όνον και τον πηγαίνανε στην πόλη. Ήταν ημέρα Σάββατο. Όταν έφτασαν στο Στάδιο όμως γινόταν θόρυβος και οχλοβοή και χαλασμός κόσμου. Δεν μπορούσε να ακουστεί κανένας. Την ώρα ακριβώς αυτή, που έμπαινε ο Άγιος Πολύκαρπος στο στάδιο, ακούσθηκε από τον Ουρανό μια φωνή, που έλεγε: «ἴσχυε Πολύκαρπε καί ἀνδρίζου.» Τη φωνή αυτή, ποιος την είπε, δεν τον άκουσαν. Την άκουσαν όμως όλοι οι Χριστιανοί, που ήταν παρόντες εκεί. Αυτοί ήσαν άξιοι να την ακούσουν!
Στη φωτιά γαλήνιος
Ο αστυνόμος Ηρώδης και ο πατέρας του Νικήτας προσπάθησαν να πείσουν τον Άγιο να αρνηθεί τον Χριστό. Ο Άγιος όμως, με πνευματική ανδρεία απάντησε ότι υπηρετεί τον Χριστό επί 86 έτη χωρίς καθόλου να Τον εγκαταλείψει. Πως μπορούσε λοιπόν τώρα να Τον βλασφημήσει και να Τον αρνηθεί; Έπειτα από αυτά ο Ανθύπατος έστειλε τον κήρυκα στη μέση του σταδίου και φώναξε δυνατά τρεις φορές: Πολύκαρπος ομολόγησε εαυτόν Χριστιανό είναι. Μόλις το είπε αυτό, όλο εκείνο το μανιασμένο λεφούσι των Ιουδαίων και Εθνικών, που κατοικούσαν στη Σμύρνη, φωνάξανε με πείσμα και θυμό: Αυτός είναι ο διδάσκαλος της Ασίας, ο πατέρας των Χριστιανών, που γκρέμισε τους θεούς μας, διδάσκοντας πολλούς να μη θυσιάζουν σ’ αυτούς, ούτε να τους προσκυνούν. Φωνάζοντας παρακαλούσαν τον Ασιάρχην Φίλιππον να απολύσει ένα λιοντάρι εναντίον του Πολυκάρπου. Εκείνος είπε, ότι δεν μπορεί, επειδή είναι χορτασμένα. Τότε ζητούσανε όλοι να καεί ζωντανός ο Πολύκαρπος. Όταν ετοιμάσθηκε η φωτιά, τρέξανε τότε οι πιστοί και κοίταζε ο καθένας να πιάσει το σώμα του Αγίου, προτού να καεί, για ευλογία. Έφεραν τότε τα όργανα με τα οποία θα τον ακινητοποιούσαν.
-Αφήστε με έτσι, τους είπε, διότι Εκείνος, ο οποίος μου έδωσε την δύναμη να υπομείνω την φωτιά, θα μου δώσει και την δύναμη να μείνω επάνω στην φωτιά και χωρίς την δική σας ασφάλεια από τα καρφιά.
Εκείνοι τότε δεν τον καθήλωσαν. Μόνον να του δέσουν τα χέρια θέλησαν. Ο Άγιος έκαμε τα χέρια του πίσω και τον έδεσαν. Ήταν σαν ένα πρόβατο από μεγάλο κοπάδι, που πήγαινε να προσφερθεί θυσία στο Θεό. Κοίταξε τότε στον Ουρανό και είπε:
-Κύριε, Θεός ο Παντοκράτωρ, ο πατήρ του αγαπητού και ευλογητού παιδός σου Ιησού, διά του οποίου σε γνωρίσαμε, Συ είσαι ο Θεός των Αγγέλων και των Δυνάμεων και πάσης κτίσεως και όλης της γενεάς των πιστών και ενάρετων, οι οποίοι ζουν ενώπιον σου. Σε ευλογώ, διότι με αξίωσες της ημέρας και ώρας ταύτης, διά να συναριθμηθώ με τους μάρτυρας του Χριστού σου, ώστε να αναστηθώ και εγώ εις ζωή αιώνιο. Δέξε με ενώπιον σου σήμερον, ως θυσία καλή και ευπρόσδεκτο, όπως το προετοίμασες και το προεφανέρωσες και το ξεπλήρωσες, Συ όστις είσαι ο αψευδής και αληθινός Θεός. Διά τούτο και δι’ όλα Σε αινώ, Σε ευλογώ και Σε δοξάζω, διά του αιωνίου και επουρανίου Αρχιερέως Ιησού Χριστού. Εις Σε, εις Αυτόν και εις το Πνεύμα το Άγιον ανήκει η δόξα και νυν και εις τους μέλλοντας αιώνας Αμήν.
Η πίστις θαυματουργεί
Μόλις τελείωσε την προσευχή του, άναψαν πιο πολύ την φωτιά και έγινε μεγάλη φλόγα. Τότε συνέβη ένα θαύμα. Το είδαν, το θαύμα αυτό, εκείνοι εις τους οποίους επέτρεψε ο Θεός να το δουν. Οι φλόγες δηλ. έκαμαν ένας είδος καμάρας επάνω από το σώμα του Αγίου. Στη μέση ήτανε ο Άγιος, χωρίς να πάθη τίποτε. Αισθανθήκανε, γράφει ένας από τους παρόντες, τόσην ευωδία σαν να ήτανε λιβάνι που μοσχοβολά η κανένα άλλο σπουδαίο άρωμα. Όταν οι άνομοι είδανε, πώς το σώμα του Αγίου δεν απηνθρακώνετο, διέταξαν έναν δήμιο και τον χτύπησε με το ξίφος του. Τότε άλλο θαύμα φάνηκε! Έτρεξε από το γέρικο εκείνο κορμί τόσο πολύ αίμα, ώστε έσβησε τη μεγάλη εκείνη φωτιά. Τότε όλο εκείνο το πλήθος θαύμασε, για την διαφορά, που υπάρχει μεταξύ των εκλεκτών και των απίστων. Έτσι επήλθε ο μαρτυρικός θάνατος και ο Άγιος έσβησε σιγά, σιγά. Έτσι ο Άγιος Πολύκαρπος έλαβε τον στέφανον της ζωής. Οι Χριστιανοί τότε ήθελαν να πάρουν το σώμα του Αγίου. Οι πονηροί όμως Ιουδαίοι είπανε στο διοικητή, τον πατέρα του Ηρώδου, ότι οι Χριστιανοί θέλουν να πάρουν το σώμα και θα το προσκυνάνε περισσότερο και θα το λατρεύουν ανώτερα από τον Χριστό. Τότε λοιπόν ο Κεντυρίων έκαψε το σώμα για να μη το πάρουν οι Χριστιανοί. Οι Χριστιανοί όμως κατόπιν μάζεψαν τα οστά, που ήσαν τιμιότερα από πολυτελείς λίθους και από χρυσάφι και τα τοποθετήσαν εκεί, που έπρεπε, για να κάνουν κάθε χρόνο κατά την ημέρα, που μαρτύρησε, γιορτή. Αυτό το έκαμαν, για να τιμούν βεβαίως και τους μάρτυρας, αλλά για να προετοιμάζονται και εκείνοι, που θα μαρτυρήσουν στο μέλλον. Ο Άγιος Πολύκαρπος μαρτύρησε το 168 μ.Χ. στις 23 Φεβρουαρίου.
Το χέρι του Αγίου
Ένα από τα άγια εκείνα λείψανα, είναι το χέρι του Αγίου. Αυτό σώζεται και θαυματουργεί εις την Ιερά Μονή Αμπελακιωτίσσης (Κοζίτσης) Ναυπακτίας. Σώζεται από τον αγκώνα και κάτω και φυλάσσεται μέσα σε αργυρή λάρνακα, μαζί με άλλα Αγία λείψανα. Η Αγία χειρ έχει αργυρωθεί και επιχρυσωθεί το 1792.
Θαύματα της Αγίας Χειρός
Αναρίθμητα είναι τα θαύματα, τα οποία ετέλεσε το σεβάσμιο χέρι του Αγίου Πολυκάρπου. Όσες φορές ενέσκηπτε θανατηφόρος επιδημία ή άλλη θεομηνία εις τας διαφόρους επαρχίας Αιτωλίας, Μακρυνίας, Ναυπακτίας, Φθιώτιδος, Παρνασσίδος, τρέχανε οι άνθρωποι στο Μοναστήρι της Αμπελακιωτίσσης και φέρνανε την αγία χείρα και ελυτρώνοντο. Αναφέρομεν μονάχα δυο από τα πολλά θαύματα. Το ένα συνέβη στο Μεσολόγγι το 1854. Το έτος αυτό η τρομερή αρρώστια της χολέρας αποδεκάτιζε τους κατοίκους της πόλεως ταύτης. Οι απελπισμένοι κάτοικοι του Μεσολογγίου ζήτησαν και φέρανε την χείρα του Αγίου Πολυκάρπου. Μόλις έφθασε το Άγιο Λείψανο, οι κάτοικοι κάμανε Αγιασμό και Παράκληση και με μεγάλη ευλάβεια και με θερμή πίστη παρακαλέσανε τον Άγιο Πολύκαρπο να τους σώσει. Και πράγματι τους έσωσε! Διότι, μόλις έγινε ο Αγιασμός και η Παράκλησις, η χολέρα σταμάτησε τελείως και ουδείς κατόπιν απέθανε.
Επίσης ο εκ Μεσολογγίου διαπρεπής μουσικοδιδάσκαλος Ανδρέας Παλαμάς, που ήταν της μεγάλης οικογενείας των Παλαμαίων, έγραψε Ακολουθία του Ιερομάρτυρος Πολυκάρπου συμπληρωματική του Μηναίου. Την έγραψε δε από ευγνωμοσύνη, διά το θαύμα, που έκαμε ο Άγιος σ' αυτόν... Ο Παλαμάς από πολλά χρόνια έπασχε από δυσηκοΐα. Η ασθένεια αυτή τον καταβασάνιζε και πολλά είχε ξοδέψει στους γιατρούς, χωρίς καμιά βελτίωση.
Κάποτε όμως πέρασε από την Ι. Μονή Κοζίτσης και αξιώθηκε να προσκυνήσει την χείρα του Αγίου. Τότε ένας Ιερομόναχος Νικόδημος τον σταύρωσε με το χέρι του Αγίου και ώ! του θαύματος! αμέσως έτρεξε από το αυτί του πολύ πύον και θεραπεύτηκε τελείως. Κατόπιν, το 1878 συνέταξε ακολουθία του Ιερομάρτυρος Πολυκάρπου, η οποία αναφέρεται κυρίως εις την αιδέσιμον χείρα του Αγίου.
Στίχος
Σοὶ Πολύκαρπος ὡλοκαυτώθη Λόγε, Καρπὸν πολὺν δοὺς ἐκ πυρὸς ξενοτρόπως. Εἰκάδι ἐν τριτάτῃ κατὰ φλὸξ Πολύκαρπον ἔκαυσεν.
Ἀπολυτίκιον Ἦχος δ΄.
Καί τρόπων μέτοχος, καί θρόνων διάδοχος, τῶν Ἀποστόλων γενόμενος, τήν πρᾶξιν εὗρες θεόπνευστε, εἰς θεωρίας ἐπίβασιν· διά τοῦτο τόν λόγον τῆς ἀληθείας ὀρθοτομῶν, καί τῇ πίστει ἐνήθλησας μέχρις αἵματος, Ἱερομάρτυς Πολύκαρπε· πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τάς ψυχάς ἡμῶν.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον Ἦχος δ΄. Ταχὺ προκατάλαβε
Τήν κλῆσιν τοῖς ἔργοις σου, ἐπισφραγίσας σοφέ, ἐλαία κατάκαρπος, ὤφθης ἐν οἴκῳ Θεοῦ, Πολύκαρπε ἔνδοξε∙ σύ γαρ ως Ἱεράρχης, καί στερρός Ἀθλοφόρος, τρέφεις τήν Ἐκκλησίαν, λογικῇ εὐκαρπίᾳ, πρεσβεύων Ἱερομάρτυς, ὑπέρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.
Κοντάκιον Ἦχος δ΄. Ἐπεφάνης σήμερον
Καρπούς τούς λογικούς, τῷ Κυρίῳ προσφέρων, Πολύκαρπε σοφέ, ἀρετῶν δι᾽ ἐνθέων, ἐδείχθης ἀξιόθεος, Ἱεράρχα μακάριε· ὅθεν σήμερον, οἱ φωτισθέντες σοῖς λόγοις, ἀνυμνοῦμέν σου, τήν ἀξιέπαινον μνήμην, Θεόν μεγαλύνοντες.
http://xristianos.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου