ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΥ
Ἀριθμὸς 47
Κυριακὴ Θ΄ Λουκᾶ
23 Νοεβρίου 2014
Λουκᾶ ιβ΄ 16 - 21
Ὁ ζῆλος
τοῦ ἀνθρώπου, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ὄχι γιὰ τὸν ἀληθινὸ
πλοῦτο ποὺ καταξιώνει τὴν ὕπαρξή του ὡς «εἰκόνα τοῦ Θεοῦ»
ἀλλὰ γιὰ τὴν ἐξασφάλιση ὑλικῶν στηριγμάτων, τὸν ἀφήνει
πολλὲς φορὲς μετέωρο καὶ ξεκρέμαστο μὲ φοβερὲς
παρενέργειες ὡς πρὸς τοὺς προσανατολισμούς του. Ἡ
εὐαγγελικὴ περικοπὴ τῆς ἡμέρας εἶναι ἀποκαλυπτικὴ ἀλλὰ
καὶ διαφωτιστικὴ σ’ αὐτὸ τὸ ζήτημα. Ἡ ἀφορμὴ δίνεται ἀπὸ τὴ
φιλονικία δύο ἀδελφῶν πάνω σὲ κληρονομικὰ ζητήματα. Ἡ
πλεονεξία τοὺς εἶχε κυριεύσει σὲ βαθμὸ ποὺ ἔγιναν
ἀγνώριστοι. Ὁ Κύριος γιὰ νὰ μᾶς βοηθήσει ν’ ἀνακαλύψουμε τὸν
αὐθεντικὸ ἑαυτό μας, μᾶς παραδίδει τὴν παραβολὴ τοῦ ἄφρονα
πλουσίου, μὲ τὰ τόσα περιεκτικὰ μηνύματα, ἰδιαίτερα γιὰ
τὴν ἐποχή μας.
Βλέπουμε
ἀκριβῶς ὅτι ὁ Χριστὸς μιλᾶ γιὰ τὴν πλεονεξία τοῦ πλουσίου
καὶ ὄχι βέβαια γιὰ τὸν πλοῦτο του. Αὐτὴ ἀκριβῶς ἡ πλεονεξία
εἶναι ποὺ τὸν ὁδήγησε στὴν ἀφροσύνη. Εἶναι ὄντως πάθος
φοβερὸ ποὺ καθηλώνει τὸν ἄνθρωπο καὶ τὸν ἐγκλωβίζει στὴν
ὀδύνη τῆς ἁμαρτίας, τὸν εἰσάγει στὸν χῶρο τῆς
εἰδωλολατρίας. Γνωρίζει μία φοβερὴ μορφὴ δουλείας καὶ δὲν
αἰσθάνεται νὰ εἶναι πρόσωπο ἐλεύθερο.
Καὶ
ὅμως, ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ τὸν ἔταξε νὰ εἶναι κυρίαρχος καὶ
διαχειριστὴς τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν. Ὁ ἴδιος ὅμως ὁ ἄνθρωπος
ἀπομακρύνθηκε ἀπ’ αὐτὴ τὴν ἀγάπη μὲ ἀποτέλεσμα νὰ
βυθισθεῖ δουλικὰ στὶς βιοτικὲς μέριμνες καὶ νὰ λησμονήσει
τὸν ἀνώτερο προορισμό του.
Ἡ
ἁμαρτία σ’ αὐτὴν τὴν περίπτωση ἐκδηλώνεται ὡς ἀσθένεια τῆς
βούλησης ποὺ μὲ τὴ σειρὰ της προκαλεῖ σοβαρὲς διαταραχὲς στὶς
σχέσεις τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸν Θεό, μὲ τὸ συνάνθρωπό του ἀλλὰ καὶ
μὲ τὰ ἀγαθὰ τῆς δημιουργίας. Γνωρίζουμε ὅτι στὰ χέρια τοῦ
σωστοῦ ἀνθρώπου τὸ σίδερο γίνεται ἀλέτρι καὶ προσφέρεται γιὰ
τὴν καλλιέργεια τῆς γῆς. Στὰ χέρια ὅμως ἑνὸς ἐμπαθοῦς
ἀνθρώπου μετατρέπεται συνήθως σὲ φονικὸ ὄργανο ποὺ
σκοτώνει. Βλέπουμε ἔτσι ὅτι ἡ χρήση ὁριζοντιώνεται στὴν
ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ἐνῶ ἡ καταχρηση βυθίζει στὸ σκοτάδι τῆς
ἁμαρτίας καὶ τοῦ ἀπανθρωπισμοῦ.
Ὁ
πλεονέκτης ἄνθρωπος μόνο στὴ σφαῖρα τῆς ψευδαίσθησης μπορεῖ
νὰ αἰσθάνεται εὐτυχισμένος καὶ χαρούμενος. Ἡ παθογένεια
αὐτὴ ἀποκαλύπτει φτώχεια, ἀνασφάλεια καὶ δυστυχία. Ὁ
πλούσιος τῆς παραβολῆς εἶχε τόσα ἀγαθά, ἀλλὰ συλλαμβάνεται
νὰ εἶναι συνεχῶς ἀνήσυχος καὶ ταραγμένος. «Τί νὰ κάνω; Ἔχω
τόσα ἀγαθὰ καὶ δὲν ἔχω ποῦ νὰ τὰ ἀποθηκεύσω». Ὅλες αὐτὲς οἱ
μέριμνες, οἱ ἀνησυχίες, οἱ ἀγωνίες φθείρουν τελικὰ τὸν
ἄνθρωπο καὶ ψυχικὰ ἀλλὰ καὶ σωματικά. Ἀντίθετα, ἰσχυρὸ
εἶναι τὸ παράδειγμα ποὺ μπορεῖ νὰ μᾶς δίνουν φτωχοὶ ἄνθρωποι,
τῶν ὁποίων ὅμως ἡ καρδιὰ εἶναι γεμάτη ὑπομονὴ καὶ ἀγάπη.
«Δόξα τῷ Θεῷ», λένε ἐκ βάθους καρδίας καὶ τοὺς βλέπουμε μὲ
μεγάλες ἀντοχὲς νὰ πλουτίζουν μέσα ἀπὸ τὴν ὀλιγάρκειά τους.
Ὅταν ὁ
ἄνθρωπος εἶναι κύριος τοῦ ἑαυτοῦ του καὶ ἐλέγχει τὶς ὀρέξεις
καὶ ἀπαιτήσεις του, τότε γίνεται αὐτάρκης καὶ ἀποφεύγει τὴν
κακία τῆς πλεονεξίας. Ἀντίθετα, ὁ πλεονέκτης δὲν
χορταίνει μὲ τίποτε καὶ ἐπιζητεῖ ὁλοένα καὶ περισσότερα,
ἐκτροχιάζοντας τὸν ἑαυτό του ἀπὸ τὸν ἀληθινὸ προορισμό
του. Γι’ αὐτὸ ἄλλωστε καὶ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος μᾶς συμβουλεύει:
«Νεκρώσατε τὰ μέλη ὑμῶν…καὶ τὴν πλεονεξίαν, ἥτις ἐστὶν
εἰδωλολατρία».
Ἡ
πρόκληση γιὰ ὑπέρβαση εἶναι εὐδιάκριτη, ὅπως μᾶς τὴ θέτει ὁ
ἴδιος ὁ Κύριος. Ὁ ἄνθρωπος δὲν ἀντιμετωπίζει τὸν θάνατο –ποὺ
εἶναι ὁ ἔσχατος ἐχθρός του– μὲ τὰ χρήματα καὶ τὰ ὑλικὰ ἀγαθά. Ἡ
αὐτονόμησή τους παραπέμπει σὲ σπέρματα τῆς φθορᾶς καὶ τοῦ
θανάτου. Αὐτὴν ἀκριβῶς τὴν ἀλήθεια ὑπενθυμίζει ὁ Χριστὸς
στὸν πλούσιο τῆς παραβολῆς, ὅταν τοῦ λέει: «Ἄφρον, ταύτῃ
τῇ νυκτὶ τὴν ψυχήν σου ἀπαιτοῦσιν ἀπὸ σοῦ, ἃ δὲ ἡτοίμασας
τίνι ἔσται;».
Ἀγαπητοὶ
μου ἀδελφοί, ὁ Κύριος μέσα ἀπὸ τὴν ἀγάπη τῆς Ἐκκλησίας μᾶς
προσκαλεῖ γιὰ νὰ ἐγκολπωθοῦμε τοὺς ἀληθινοὺς καὶ αἰώνιους
θησαυροὺς ποὺ συνιστοῦν τὸν «κατὰ Θεὸν πλοῦτο». Ἡ ἀγάπη καὶ ἡ
ἐλεημοσύνη στὸν ἀντίποδα τῆς πλεονεξίας, διευρύνουν
ἀπεριόριστα τὸ μεγαλεῖο τοῦ ἀνθρώπου ὡς εἰκόνα τοῦ Θεοῦ. Σ’
αὐτὴν ἀκριβῶς τὴν εὐλογημένη προοπτική, ὁ ἄνθρωπος
γίνεται χριστοειδὴς καὶ γεύεται τῆς αἰώνιας πληρότητας καὶ
ζωῆς. Ἀμήν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου