![]() |
|
||||||||||||||
Ἔζησαν ὅταν αὐτοκράτορας τῶν ρωμαίων ἦταν ὁ Ἀνδριανός. Ὅταν ἡ τίμια καὶ ἐνάρετη Σοφία χήρεψε, πῆγε μαζὶ μὲ τὶς κόρες της στὴν Ρώμη. Ἐκεῖ ὁ αὐτοκράτορας πληροφορήθηκε ὅτι οἱ τέσσερις γυναῖκες ἦταν χριστιανὲς καὶ διέταξε νὰ τὶς συλλάβουν. Ἀφοῦ χώρισε τὴν μητέρα ἀπὸ τὰ παιδιά της, ζήτησε νὰ παρουσιασθεῖ μπροστὰ του ἡ δωδεκάχρονη Πίστη. Μὲ δελεαστικοὺς λόγους ὁ Ἀνδριανὸς προσπάθησε νὰ πείσει τὴν Πίστη νὰ ἀρνηθεῖ τὸ Χριστό, ἀλλὰ ἀντιμετώπισε τὸ ἄκαμπτο φρόνημα τῆς νεαρῆς. Τότε ὁ σκληρὸς ἡγεμόνας διέταξε τὸν ἀποκεφαλισμό της. Τὸ
ἴδιο σθένος μὲ τὴν Πίστη ἐπέδειξαν καὶ οἱ ἀδελφές της, ἡ δεκάχρονη
Ἐλπίδα καὶ ἡ ἐννιάχρονη Ἀγάπη. Ὁ σκληρὸς Ἀνδριανὸς δὲ δίστασε νὰ
διατάξει τοὺς δήμιούς του νὰ ἀποκεφαλίσουν καὶ τὰ ἄλλα δυὸ κορίτσια. |
Οἱ Ἁγίες Σοφία, Πίστη, Ἐλπίδα καὶ Ἀγάπη
Ὕψωσις τοῦ Τιμίου καὶ Ζωοποιοῦ Σταυροῦ
![]() |
|
||||||||||||||
Τὸ 326 ἡ Ἁγία Ἑλένη πῆγε στοὺς Ἁγίους Τόπους νὰ προσκυνήσει, καὶ νὰ εὐχαριστήσει τὸν Κύριο γιὰ τοὺς θριάμβους τοῦ γιοῦ της. Πηγαίνοντας ἐκεῖ ἡ Ἁγία Ἑλένη ἀρχίζει νὰ ἀναζητᾶ τὸν Τίμιο Σταυρό. Φτάνοντας στὸ Γολγοθὰ διατάζει νὰ γκρεμιστεῖ ὁ ναὸς τῆς Θεᾶς Ἀφροδίτης. Ἐκεῖ βρίσκουν τρεῖς σταυρούς. Καὶ μὴν ξέροντας ποιὸς ἀπὸ τοὺς τρεῖς εἶναι ὁ Τίμιος Σταυρὸς, ὁ Ἐπίσκοπος Ἱεροσολύμων, ἀκούμπησε κάποιας εὐσεβέστατης νεκρῆς γυναίκας τὸ σῶμα της διαδοχικὰ καὶ στοὺς τρεῖς σταυρούς. Μόλις ἀκούμπησε ἡ γυναίκα στὸν Τίμιο Σταυρὸ ἀναστήθηκε. Μαθεύτηκε
γρήγορα τὸ νέο καὶ πλῆθος κόσμου ἄρχισε νὰ ἔρχεται γιὰ νὰ προσκυνήσουν.
Ὕψωσαν τὸν Τίμιο Σταυρὸ μέσα στὸ ναὸ καὶ σὲ μέρος ψηλὸ γιὰ νὰ μπορέσουν
νὰ τὸν δοῦν καὶ νὰ τὸν προσκυνήσουν ὅλοι. |
Ὁ Ἅγιος Αὐτόνομος ὁ Ἱερομάρτυρας
![]() |
|
||||||||||||||
Ὁ Ἅγιος Αὐτόνομος ἦταν ἐπίσκοπος στὴν Ἰταλία καὶ εἶχε στὴν ἐπισκοπὴ του πλούσια χριστιανικὴ δράση. Ὅταν ἄρχισε ὁ διωγμὸς τοῦ Διοκλητιανοῦ ἐγκατέλειψε τὴν θέση του, καὶ πῆγε στοὺς Σώρεους τῆς Μ. Ἀσίας. Ἐκεῖ ἐγκαταστάθηκε στὸ σπίτι ἐνὸς χριστιανοῦ, τοῦ Κορνηλίου καὶ συνέχιζε νὰ διδάσκει τὸ Εὐαγγέλιο. Στὴν
συνέχεια μετέβη στὴν Λυκαονία καὶ στὴν Ἰσαυρία γιὰ νὰ συνεχίσει τὸ ἔργο
του. Πρὶν ξεκινήσει τὸ ταξίδι του χειροτόνησε διάκονο τὸν Κορνήλιο. |
Ἡ Ὁσία Θεοδώρα ἡ ἐν Ἀλεξανδρείᾳ
![]() |
|
||||||||||||||
Καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἀλεξάνδρεια στὰ χρόνια τοῦ βασιλιὰ Ζήνωνος (474 – 490) καὶ ἦταν συνεζευγμένη μὲ εὐσεβὰ ἄνδρα, τὸν Παφνούτιο. Ἡ ζωὴ τῆς Θεοδώρας ἦταν τίμια, ἐνάρετη καὶ ἀφοσιωμένη στὸν σύζυγό της. Ὅμως, ὁ μισόκαλος διάβολος, σὲ κάποια στιγμὴ ἀδυναμίας τῆς Θεοδώρας, τὴν ἔσπρωξε κρυφὰ στὴν μοιχεία. Κανεὶς δὲν τὴν εἶδε. Κανεὶς δὲν τὸ ἔμαθε. Μποροῦσε, ἑπομένως, νὰ συνεχίσει ἁρμονικὰ τὴν ζωή της μὲ τὸν σύζυγό της. Ὅταν, ὅμως, ἄκουσε τὰ λόγια του Εὐαγγελίου, μὲ τὰ ὁποία ὁ Κύριος διδάσκει ὅτι «οὐκ ἐστὶ κρυπτόν, ὁ οὐ φανερὸν γενήσεται», δὲν ὑπάρχει, δηλαδή, κρυφό, τὸ ὁποῖο δὲν θὰ γίνει φανερὸ στὸ μέλλον, σκέφθηκε τὸ βάθος τῆς ἁμαρτίας της καὶ ἔκλαψε πικρά. Ντύθηκε
ἔπειτα ἀνδρικά, πῆγε σὲ μοναστῆρι καὶ ἐκάρη μοναχὸς μὲ τὸ ὄνομα
Θεόδωρος. Ἐκεῖ, μέρα – νύκτα μετανοοῦσε καὶ ἔκλαιγε τὴν ἁμαρτία της.
Μετὰ ἀπὸ δυὸ χρόνια, συκοφαντήθηκε ὅτι πόρνευσε μὲ γυναῖκα, ὅταν ἔφεραν
ἕνα νεογέννητο μωράκι ἔξω ἀπὸ τὴν πόρτα τοῦ μοναστηριοῦ. Τότε ἡ Θεοδώρα
πῆρε τὸ βρέφος καὶ γιὰ ἑπτὰ ὁλόκληρα χρόνια, ἔξω ἀπὸ τὸ μοναστῆρι μὲ
διάφορες κακουχίες, τὸ ἀνέθρεψε σὰν δικό της. |
Οἱ Ἅγιοι Ἰωακεὶμ καὶ Ἄννα οἱ Θεοπάτορες
![]() |
|
||||||||||||||
Ἡ σύναξη τῶν δικαίων γονέων τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, σύμφωνα μὲ τὴν ἀρχαία ἐκκλησιαστικὴ παράδοση ὁρίστηκε τὴν ἑπομένη τοῦ γεννεσίου τῆς Θεοτόκου, γιὰ τὸν λόγο ὅτι αὐτοὶ ἔγιναν πρόξενοι τῆς παγκόσμιας σωτηρίας μὲ τὴν γέννηση τῆς ἁγίας θυγατέρας της. «Τελεῖται δὲ ἡ σύναξις αὐτῶν ἐν τῷ ἐξαέρῳ οἴκῳ τῆς Θεοτόκου, πλησίον τῆς μεγάλης ἐκκλησίας ἐν τοὶς Χαλκοπρατείοις». Νὰ ἀναφέρουμε λοιπόν, ὅτι ὁ Ἰωακεὶμ ἦταν γιὸς τοῦ Ἐλιακεὶμ ἀπὸ τὴν φυλὴ τοῦ Ἰούδα καὶ ἀπόγονός του Δαβίδ. Ἔκπτωτος τοῦ θρόνου, ἰδιώτευε στὴν Ἰουδαία καὶ τὸ περισσότερο χρονικὸ διάστημα στὴν Ἱερουσαλήμ, ὅπου εἶχε μέγαρο μὲ βασιλικὸ κῆπο. Παντρεύτηκε τὴν Ἄννα, θυγατέρα τοῦ Ματθᾶν, ἱερέως, ἀπὸ τὴν φυλὴ τοῦ Λευΐκαι τῆς Μαρίας, γυναικὸς αὐτοῦ, ἀπὸ τὴν φυλὴ τοῦ Ἰούδα. Ἐπειδὴ οἱ φυλές, Βασιλικὴ καὶ Ἱερατική, συγγένευαν μεταξύ τους, διότι ἡ Βασιλεία ἐθεωρεῖτο ἴση μὲ τὴν Ἱεροσύνη, δὲν ἔδιναν οὔτε ἔπαιρναν θυγατέρες ἀπὸ τῆς φυλὲς ποὺ θεωροῦνταν κοινές. |
Προεόρτια Γεννέσεως Ὑπεραγίας Θεοτόκου
![]() |
|
||||||||||||||
Παραμονὴ τῆς μεγάλης Ἑορτῆς. Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Κατεπλάγη Ἰωσήφ. Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον. Μεγαλυνάριον. |
Θαῦμα Ἀρχαγγέλου Μιχαὴλ στὶς Χωναὶς
![]() |
|
||||||||||||||
Σὲ κάποιο μέρος τῆς Φρυγίας χτίσθηκε ἕνας ναὸς στὸ ὄνομα τοῦ Ἀρχαγγέλου Μιχαήλ, ἀπὸ ἕναν χριστιανὸ ποὺ εἶχε γιατρευτεῖ ἡ κόρη του ἀπὸ τὸν Ἀρχάγγελο. Στὸ
ναὸ ζοῦσε ἕνας εὐσεβὴς ἀσκητὴς ὁ Ἄρχιππος, ἐναντίον τοῦ ὁποίου
στράφηκαν οἱ εἰδωλολάτρες, οἱ ὁποῖοι ἤθελαν νὰ ἐκδικηθοῦν γιὰ τὰ θαύματα
ποὺ γίνονταν. Ὅρμησαν τότε νὰ καταστρέψουν τὸ ναὸ καὶ νὰ δολοφονήσουν
τὸν Ἄρχιππο. |
Ὁ Προφήτης Ζαχαρίας
![]() |
|
||||||||||||||
Ὁ Ζαχαρίας, πατέρας τοῦ Ἰωάννη τοῦ Βαπτιστή, ἔζησε στὰ χρόνια του Ἡρῴδη, βασιλιὰ τῆς Ἰουδαίας. Κατὰ τὴ γνώμη τοῦ Χρυσοστόμου, καθὼς καὶ ἄλλων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, ὁ Ζαχαρίας δὲν ἦταν ἁπλὸς ἱερέας, ἀλλὰ ἀρχιερέας ποὺ ἔμπαινε στὰ Ἅγια τῶν Ἁγίων. Σύζυγο εἶχε τὴν Ἐλισάβετ καὶ δεν εἶχαν παιδί. Κάποια μέρα λοιπόν, τὴν ὥρα τοῦ θυμιάματος μέσα στὸ θυσιαστήριο, εἶδε ἄγγελο Κυρίου ποὺ τοῦ ἀνήγγειλε ὅτι θὰ ἀποκτοῦσε γιὸ καὶ θὰ ὀνομαζόταν Ἰωάννης. Ὁ Ζαχαρίας σκίρτησε ἀπὸ χαρά, ἀλλὰ δυσπίστησε. Ἡ γυναῖκα του ἦταν στεῖρα καὶ γριά, πῶς θὰ γινόταν αὐτὸ ποῦ ἄκουγε; Τότε ὁ ἄγγελος τοῦ εἶπε ὅτι θὰ μείνει κωφάλαλος μέχρι νὰ πραγματοποιηθεῖ ἡ βουλὴ τοῦ Θεοῦ. |
Ὁ Ἅγιος Ἄνθιμος ὁ Ἱερομάρτυρας Ἐπίσκοπος Νικομήδειας
![]() |
|
||||||||||||||
Ἔζησε στὰ τέλη τοῦ 3ου αἰῶνα μ.Χ. καὶ πατρίδα του ἦταν ἡ Νικομήδεια. Ἀπὸ μικρὸς διακρίθηκε γιὰ τὸν εὐσεβῆ ζῆλο του πρὸς τὰ θεία. Ὅταν ἐνηλικιώθηκε, ἡ ζωὴ του ἦταν ὑπόδειγμα σωφροσύνης καὶ ἀγάπης. Ἐπειδὴ πλούσια κατεῖχε τὸν θησαυρὸ τῶν θείων ἀληθειῶν, ἡ θερμή του διδασκαλία, ἐμπνεόμενη ἀπὸ ἀποστολικὸ ζῆλο, ἔβρισκε σχεδὸν πάντα ἀνταπόκριση στὶς ψυχὲς τῶν πιστῶν. Ἡ πνευματικὴ ἱκανότητα τοῦ Ἄνθιμου ὤθησε τοὺς χριστιανοὺς τῆς Νικομήδειας καὶ τὸν ἔπεισαν νὰ γίνει ἱερέας καὶ ἀργότερα ἐπίσκοπός τους. |