Ρ/Σ ΣΗΜΑΝΤΡΟ ΤΗΣ ΧΙΑΚΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ: 25 Μαΐου 2014 - Κυριακὴ ΣΤ΄ τοῦ Τυφλοῦ

ΠΑΤΗΣΤΕ ΕΔΩ ΓΙΑ ΖΩΝΤΑΝΗ ΜΕΤΑΔΟΣΗ


Πατήστε στην εικόνα για απευθεία μετάδοση

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΛΑΤΡΕΥΤΙΚΗΣ ΔΙΑΚΟΝΙΑΣ ΣΕΒΑΣΜΙΩΤΑΤΟΥ

.. ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΛΑΤΡΕΥΤΙΚΗΣ ΔΙΑΚΟΝΙΑΣ ΤΟΥ ΣΕΒ. ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΧΙΟΥ κ. ΜΑΡΚΟΥ Παρασκευή 29.03.2024, Ἱερός Ναός Ζωοδόχου Πηγῆς Λετσαίνης. (Β’ Χαιρετισμοί, ὣρα 19.00'). Σάββατον 30.03.2024, Ἱερός Ναός Ἁγίων Ἀναργύρων Ἐγκρεμοῦ. (Ἑσπερινός, ὥρα 17.30'). Κυριακή 31.03.2024, Ἱερός Ναός Ταξιαρχῶν Μεστῶν. (Θεία Λειτουργία). Κυριακή 31.03.2024, Ἱερός Μητροπολιτικός Ναός Χίου. (Κατανυκτικός Ἑσπερινός - Θ. Κήρυγμα, ὣρα 18.00'). .

25 Μαΐου 2014 - Κυριακὴ ΣΤ΄ τοῦ Τυφλοῦ

kyr_tyflouΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΥ
 Ἀ­ριθ­μὸς 21
Κυ­ρια­κὴ ΣΤ΄ τοῦ Τυ­φλοῦ
25 Μα­ΐ­ου 2014
Ἰ­ω­άν­νου θ΄, 1-38
Χρι­στὸς Ἀ­νέ­στη!
Γεν­νή­θη­κε, ἀ­γα­πη­τοὶ μου ἀ­δελ­φοί, ἡ τα­λαι­πω­ρη­μέ­νη ἐ­κεί­νη ὕ­παρ­ξη χω­ρὶς νὰ ἀ­πο­λαμ­βά­νει τὸ θεῖ­ο δῶ­ρο τῆς ὅ­ρα­σης. Ἄ­κου­ε μό­νο γιὰ τὶς ὀ­μορ­φι­ὲς τῆς φύ­σε­ως καὶ ἡ δο­κι­μα­σί­α του ἦ­ταν με­γα­λύ­τε­ρη, για­τί δὲν μπο­ροῦ­σε νὰ ἔ­χει καὶ θέ­α­ση εἰ­κό­νων καὶ πραγ­μά­των. Δὲν μπο­ροῦ­σε νὰ κοι­τά­ξει οὔ­τε τὸ δι­πλα­νό του καὶ ἡ ζω­ὴ του ἦ­ταν ἀ­νυ­πό­φο­ρη, βυ­θι­σμέ­νη στὴν κυ­ρι­ο­λε­ξί­α στὸ σκο­τά­δι.

Ὁ ἄν­θρω­πος αὐ­τός, βέ­βαι­α, βί­ω­νε ὀ­δυ­νη­ρὰ τὴ στέ­ρη­ση τῆς σω­μα­τι­κῆς ὅ­ρα­σης. Πο­λὺ ὅ­μως πιὸ τρα­γι­κὴ ἦ­ταν σί­γου­ρα ἡ θέ­ση τῶν Φα­ρι­σαί­ων, οἱ ὁ­ποῖ­οι ἦ­ταν βυ­θι­σμέ­νοι στὸ πνευ­μα­τι­κὸ σκο­τά­δι, στὸ ἐ­φι­αλ­τι­κὸ ἔ­ρε­βος τῆς ὑ­πο­κρι­σί­ας τους. Εἶ­χαν ἑρ­μη­τι­κὰ κλει­στὰ τὰ μά­τια τῆς ψυ­χῆς τους. Στὴν πε­ρί­πτω­σή τους ἴ­σχυ­ε ὁ λό­γος τοῦ Εὐ­αγ­γε­λι­στῆ Ἰ­ω­άν­νη, ὁ ὁ­ποῖ­ος δι­α­πι­στώ­νει: «Τὸ φῶς ἐ­λή­λυ­θεν εἰς τὸν κό­σμον, καὶ ἠ­γά­πη­σαν μᾶλ­λον οἱ ἄν­θρω­ποι τὸ σκό­τος ἢ τὸ φῶς».
Μὲ τὴν ἀ­που­σί­α τῆς σω­μα­τι­κῆς του ὅ­ρα­σης ὁ τυ­φλὸς δὲν μπο­ροῦ­σε νὰ ἔ­χει ἀν­τί­λη­ψη τῶν πραγ­μά­των. Ὡ­στό­σο, ἐ­κεῖ­νο ποὺ τε­λι­κὰ ἀ­πο­δεί­χθη­κε στὴν πρά­ξη ἦ­ταν ὅ­τι τὸ φῶς τῶν μα­τι­ῶν τῆς ψυ­χῆς του τὸν βο­η­θοῦ­σε νὰ κα­τα­νο­εῖ βα­θύ­τε­ρα πραγ­μα­τι­κό­τη­τες τῆς ζω­ῆς.
Αὐ­τὸ συ­νέ­τει­νε στὸ νὰ κα­τα­νο­ή­σει ὅ­τι αὐ­τὸς ποὺ τὸν θε­ρά­πευ­σε δὲν ἦ­ταν κά­ποι­ος θαυ­μα­το­ποι­ός. Ἦ­ταν «προ­φή­της». Πί­στευ­ε γιὰ τὸν Κύ­ριο ποὺ τὸν θε­ρά­πευ­σε ὅ­τι ἦ­ταν «θε­ο­σε­βής». Ὅ­τι «πράτ­τει τὸ θέ­λη­μα τοῦ Θε­οῦ» καὶ ὅ­τι «ἂν δὲν ἦ­ταν ἀ­πε­σταλ­μέ­νος ἀ­πὸ τὸν Θε­ό, δὲν θὰ μπο­ροῦ­σε νὰ κά­νει ἀ­πο­λύ­τως τί­πο­τε, οὔ­τε θαύ­μα­τα οὔ­τε ὁ­ποι­ο­δή­πο­τε κα­λό».
Οἱ κα­τὰ τὰ ἄλ­λα ὑ­γι­εῖς Φα­ρι­σαῖ­οι, συλ­λαμ­βά­νον­ταν σχε­δὸν κα­τὰ κα­νό­να νὰ κρα­τοῦν ἑρ­μη­τι­κὰ κλει­στὰ τὰ μά­τια τῆς ψυ­χῆς τους. Οἱ ὄ­χι ἀ­γα­θὲς προ­θέ­σεις καὶ δι­α­θέ­σεις τους, τοὺς ἄ­φη­ναν ἀ­δι­ά­φο­ρους μπρο­στὰ στὴν ἀ­λή­θεια καὶ τὸ ἀ­γα­θό. Δυ­στυ­χῶς καὶ στὶς δι­κές μας μέ­ρες εἶ­ναι πολ­λοὶ ἐ­κεῖ­νοι ποὺ ἀρ­νοῦν­ται ἐ­πί­μο­να νὰ δε­χθοῦν τὴν ἀ­λή­θεια τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας καὶ κλεί­νον­ται στὸ ἐ­γώ τους. Δὲν δι­α­θέ­τουν τὴν ὅ­ρα­ση τῆς ψυ­χῆς γιὰ νὰ ἀν­τι­κρί­σουν τὴν ἀ­λή­θεια.
Ἔρ­χε­ται καὶ σή­με­ρα ὁ Χρι­στὸς γιὰ νὰ μᾶς ἀ­παλ­λά­ξει ἀ­πὸ τὴν «τυ­φλό­τη­τά» μας. Τὴν πα­θο­γέ­νεια ποὺ μᾶς προ­σβάλ­λει καὶ δὲν μᾶς ἐ­πι­τρέ­πει νὰ βλέ­που­με κα­θα­ρὰ τὶς εἰ­κό­νες τῆς ζω­ῆς καὶ τῆς ἀ­λή­θειάς της. Ὡ­στό­σο, μᾶς ἀ­φή­νει ἀ­δι­ά­φο­ρους ἡ πα­ρου­σί­α του.
Προ­τι­μοῦ­με νὰ ζοῦ­με στὸ σκο­τά­δι καὶ νὰ ἀρ­νού­μα­στε τὸ ἀ­λη­θι­νὸ φῶς. Τὸ λυ­τρω­τι­κό του ἔρ­γο δὲν ἄγ­γι­ζε μό­νο τοὺς ἀν­θρώ­πους μί­ας ἐ­πο­χῆς ἀλ­λὰ ἐ­πε­κτεί­νε­ται στοὺς αἰ­ῶ­νες καὶ τὸ φῶς του κα­ταυ­γά­ζει ὅ­λους καὶ ὅ­λα. Ἀρ­κεῖ νὰ τὸ δε­χθοῦ­με στὴ ζω­ή μας καὶ νὰ τοῦ προ­σφέ­ρου­με κα­τά­λυ­μα στὴν καρ­διά μας.
Ἀ­γα­πη­τοὶ μου ἀ­δελ­φοί, ὁ τυ­φλὸς πί­στε­ψε στὸν Χρι­στὸ καὶ ὁ­μο­λό­γη­σε τὴν Θε­ό­τη­τά του. Ἄ­φη­σε ἀ­νοι­κτὴ τὴν ὕ­παρ­ξή του γιὰ νὰ δε­χθεῖ τὶς εὐ­ερ­γε­τι­κές του ἐ­νέρ­γει­ες καὶ νὰ βρεῖ τὸ φῶς του. Ἡ σω­μα­τι­κὴ τυ­φλό­τη­τα ἀ­φή­νει κά­ποι­ους συ­ναν­θρώ­πους μας νὰ ἔ­χουν τὴ δι­κή τους δο­κι­μα­σί­α στὴ ζω­ή.
Τὰ συμ­πτώ­μα­τα ὅ­μως τῆς ψυ­χι­κῆς τύ­φλω­σης εἶ­ναι πο­λὺ πιὸ φο­βε­ρὰ για­τί δὲν ἀ­φή­νουν τὸν ἄν­θρω­πο νὰ δε­χθεῖ στὴ ζω­ὴ του τὴν χα­ρὰ τῆς ἀ­λη­θι­νῆς ζω­ῆς καὶ τὸν ἀ­φή­νουν νὰ ἀ­σφυ­κτιᾶ στὶς ἀ­να­θυ­μιά­σεις τοῦ θα­νά­του.
Εἶ­ναι χα­ρα­κτη­ρι­στι­κὸ αὐ­τὸ ποὺ ἔ­λε­γε στοὺς ψαλ­μοὺς του ὁ Δα­βίδ: «Κύ­ρι­ε, φώ­τι­σον τοὺς ὀ­φθαλ­μούς μου μή­πο­τε ὑ­πνώ­σω εἰς θά­να­τον». Ἂς ἐμ­πι­στευ­θοῦ­με, λοι­πόν, τὸν ἑ­αυ­τό μας στὶς ἀγ­κά­λες τοῦ Χρι­στοῦ, ὥ­στε νὰ πο­ρευ­ό­μα­στε μέ­σα ἀ­πὸ τὴν ἀ­κτι­νο­βο­λί­α τοῦ φω­τὸς τῆς θεί­ας Του πα­ρου­σί­ας. Ἀ­μήν.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου